Monday, May 20, 2013

Ο Ιουλιανός ο Μέγας / Julian the Great / Apostate



Καιρός πιστεύω να βάλουμε κάποια κομμάτια και πραγματικά μεγάλους ανθρώπους, στην θέση τους.

Ο Ιουλιανός ο Μέγας είναι ένας από αυτούς...

 Μεγάλος λάτρης της Ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης, θέλησε να επαναφέρει την φιλοσοφία και την Ελληνική παιδεία στην αυτοκρατορία του, που είχε πάρει την κατρακύλα του αφανισμού-χριστιανισμού.

Αποκαλούν μέγα τον....
αιμομίκτη, δολοφόνο, αδίστακτο και σκληρό Κωνσταντίνο και την μητέρα του, γιατί έτσι τους βολεύει και παραβάτη ένα αληθινά μεγάλο άνθρωπο γιατί τους εμπόδισε να κάνουν πλιάτσικο στην αυτοκρατορία.
Γιατί τους εμπόδισε να καταστρέψουν την φιλοσοφία, τα γράμματα, τις τέχνες και τον Ελληνικό φιλοσοφικό τρόπο σκέψης, ζωής, Ελευθερίας. Σε ένα κόσμο που προήγαγαν τα σκοτάδια, την αμορφωσιά και τον χριστιανισμό, όπως σήμερα.


Ας πάψουμε να τον αποκαλούμε με τα ονόματα που του απέδωσαν οι χριστιανοί του Βυζαντίου και συνεχίζουν οι σύγχρονοι σκοταδιστές. Ειδικά οι Έλληνες έχουμε πολλούς λόγους να τιμούμε και να προσφωνούμε με το σωστό του όνομα τον Ιουλιανό τον Μέγα. Ας δούμε λοιπόν ποιός ήταν αυτός ο μεγάλος άνθρωπος.


Ο Ιουλιανός ο Μέγας (Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Λατ. Flavius Claudius Julianus), γνωστός από τους χριστιανούς ως Ιουλιανός ο Παραβάτης ή Ιουλιανός ο Αποστάτης, αλλά και Μέγας Ιουλιανός, ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Συμβασίλευσε, ως Καίσαρας, με τον Κωνστάντιο Β' από το 355 ως το 360 και μόνος του, ως Αύγουστος, από το 361 ως το 363.

Ο Ιουλιανός ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κωνσταντίνειας δυναστείας και ο μοναδικός παγανιστής μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε βαθύτατα μορφωμένος άνθρωπος. Επηρεασμένος από την ελληνική κλασική παιδεία, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του Έλληνα και δεν δίσταζε να να δηλώνει «Έλλην ειμί». 

Σε επιστολή του προς τον φιλόσοφο Θεμίσιο θα αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Φεύγοντας για την Ελλάδα, τότε που όλοι νόμιζαν πως με στέλναν εξορία, τάχα δε δόξασα την τύχη μου σαν να γιόρταζα τη μεγαλύτερη γιορτή, λέγοντας πως εκείνη η αλλαγή ήταν για μένα ό,τι καλύτερο και πως είχα ανταλλάξει, όπως λένε, «Χαλκό με χρυσάφι και εννιά βόδια με εκατό»; Τέτοια αγαλλίαση ένιωθα που μού 'λαχε να πάω στην Ελλάδα αντί να μείνω σπίτι μου κι ας μην είχα εκεί ούτε χωράφι ούτε κήπο ούτε ένα σπιτάκι δικό μου».

Σε κάποια άλλη του επιστολή («Εγκώμιον στην αυτοκράτειρα Ευσεβία»), δεν μπορεί να κρύψει την αγάπη του για την Ελλάδα:
«Μα τι μ' έχει πιάσει; Και τι είδους ομιλία είχα σκοπό να ολοκληρώσω αν όχι τον έπαινο της αγαπημένης μου Ελλάδας, που δεν μπορώ να τη φέρω στο νου χωρίς να μένω έκθαμβος με κάθε τι δικό της;».
Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε ο μόνος μη χριστιανός αυτοκράτορας του Βυζαντίου, όπως και όλους όσους στεκόταν εμπόδιο στα σχέδιά της. Τον Ιουλιανό τον ενοχλούσε το φαινόμενο του Χριστιανισμού που ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με την ελληνική του παιδεία και μόρφωση, καθώς και με τον Ελληνικό Πολιτισμό που λάτρευε. Προσπάθησε να βάλει φρένο στην ασυδοσία των κληρικών και τον πλουτισμό της Εκκλησίας, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει σε διώξεις εναντίον τους
«Εγώ, μα τους θεούς, δε θέλω ούτε να σκοτώνονται οι χριστιανοί ούτε να δέρνονται άδικα ούτε άλλο κακό να παθαίνουν» [«Ιδιόχειρη επιστολή προς τον Ατάρβιο»]).

Απεναντίας προσπάθησε να κρατήσει μια ισορροπία. Εκδίδει διατάγματα περί ανεξιθρησκίας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αναβιώσει την ελληνική (και ρωμαϊκή) θρησκεία. Επιστρέφει τις περιουσίες και ανακαλεί από την εξορία τους, διωχθέντες από τον -αρειανιστή- Κωνστάντιο, ορθόδοξους χριστιανούς. Καταργεί τις κρατικές χορηγήσεις στην χριστιανική εκκλησία. Εκδίδει πέντε διατάγματα για την ενίσχυση της εξουσίας των τοπικών βουλών. Απαγορεύει να τον προσαγορεύουν «Δεσπότη» και διακηρύσσει ότι θεωρεί τον εαυτό του μέλος της συγκλητικής τάξης.

Στις επιστολές του απευθύνεται προς τις βουλές των πόλεων ως ίσος προς ίσον. Προωθεί μέτρα (φοροαπαλλαγές, παραγραφή χρεών κ.α.) για την ενίσχυση της αυτονομίας των πόλεων. Προσπαθεί να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες μερίδες των χριστιανών και να αποτρέψει συγκρούσεις ανάμεσα σε εθνικούς και χριστιανούς («Σε όλους τους χριστιανούς έχω φερθεί με τέτοια πραότητα και φιλανθρωπία, που κανείς απ' αυτούς δεν υφίσταται βία πουθενά ούτε τους σέρνουν με το ζόρι στα ιερά ούτε εξαναγκάζονται να κάνουν οτιδήποτε ενάντια στη θέληση τους» [«Προς του κατοίκους της Έδεσσας»]).

Επιχειρώντας να περιορίσει την χριστιανική προπαγάνδα και την εξάπλωση του Χριστιανισμού, εκδίδει διάταγμα αποκλεισμού των χριστιανών δασκάλων από την παιδεία· απαγορεύει τα κληροδοτήματα προς τις εκκλησίες· υποχρεώνει τους χριστιανούς να επανορθώσουν τις ζημιές που είχαν προξενήσει στα ιερά των εθνικών. Ο Ιουλιανός ο Μέγας θα δικαιολογήσει το μέτρο που πήρε, να απαγορέψει στους χριστιανούς ρητοροδιδασκάλους και γραμματικούς να διδάσκουν ελληνική φιλολογία, συνοψίζοντας την όλη στάση του απέναντι τους στην φράση:
«Πηγαίνετε στις εκκλησίες σας, να ερμηνεύσετε Ματθαίο και Λουκά»... Οι χριστιανοί θεώρησαν ότι το μέτρο εκείνο κατ' επέκταση απαγόρευε και στα παιδιά τους να σπουδάζουν. Ως προς αυτό όμως ο Ιουλιανός, προς το τέλος της επιστολής («Επιστολή 42»), είναι σαφής...

Σωστή παιδεία, νομίζω, δεν σημαίνει το να χειρίζεσαι τις λέξεις και τη γλώσσα με ευρυθμία, αλλά το να σε διακρίνει η υγιής νοητική διάθεση να σκέφτεσαι λογικά, να 'χεις σωστές απόψεις για το καλό και το κακό, το ωραίο και το αισχρό. Αυτός, λοιπόν, που άλλα πιστεύει και άλλα διδάσκει σ' όσους μαθητεύουν πλάι του, νομίζω έχει απομακρυνθεί τόσο από την παιδεία όσο και από την τιμιότητα.

Και αν η διαφορά ανάμεσα στις σκέψεις και στα λόγια αφορά σε μικροζητήματα, τότε είναι κάπως υποφερτό το κακό. Στα μεγάλα ζητήματα όμως, αν κάποιος διδάσκει τα αντίθετα απ' αυτά που πιστεύει, πώς να μη θεωρηθεί άνθρωπος πανούργος, κάθε άλλο παρά έντιμος και ευσυνείδητος, που μιλάει με πολύ καλά λόγια για πράγματα που τα θεωρεί τιποτένια, εξαπατώντας και δελεάζοντας με επαίνους εκείνους στους οποίους επιδιώκει να μεταδώσει τις δικές του ασχήμιες;

Όσοι λοιπόν θέλουν να επαγγέλονται τον δάσκαλο πρέπει να είναι άνθρωποι δίκαιοι και λογικοί, κι οι ιδέες που έχουν ενστερνιστεί να μην έρχονται σε σύγκρουση με το δημόσιο λειτούργημα τους. Και πολύ περισσότερο απ' όλους, θα 'πρεπε τέτοιας ποιότητας άνθρωποι να είναι όλοι όσοι ασχολούνται με την ερμηνεία των αρχαίων κειμένων στους νέους, είτε ρήτορες είναι αυτοί είτε απλοί δάσκαλοι είτε σοφιστές -και πολύ περισσότερο αυτοί οι τελευταίοι, που φιλοδοξούν να διδάξουν όχι μονάχα τη γλώσσα αλλά και την ηθική, και διατείνονται ότι ειδικότητα τους είναι η πολιτική φιλοσοφία.

Αν τώρα αυτό είναι αλήθεια ή όχι, ας το αφήσουμε για την ώρα· τους επαινώ που έχουν τη φιλοδοξία να ασκούν ένα τόσο ωραίο επάγγελμα, αλλά θα τους επαινούσα ακόμα περισσότερο αν δεν ήταν ψεύτες και αν δεν έδιναν λαβή να θεωρηθεί ότι άλλα πιστεύουν και άλλα διδάσκουν στους μαθητές τους. Τι λέτε λοιπόν; Για τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τον Δημοσθένη, τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη, τον Ισοκράτη και τον Λυσία, δεν ήσαν κεφαλές της παιδείας οι θεοί; Μήπως δεν θεωρούσαν προστάτες τους, άλλοι τον Ερμή και άλλοι τις Μούσες; Είναι λοιπόν παράλογο, έτσι νομίζω, κάποιοι που δουλειά τους είναι να ερμηνεύουν τα έργα όλων αυτών, συγχρόνως να καταφρονούν τους θεούς που εκείνοι τίμησαν. Και παρ' όλο που το θεωρώ παράδοξο αυτό, δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να αλλάξουν ιδέες οι δάσκαλοι της νεολαίας.

Τους αφήνω να επιλέξουν ανάμεσα στο να μη διδάσκουν αυτά που δεν θεωρούν αξιόλογα και σημαντικά ή, αν επιθυμούν να συνεχίσουν τη διδασκαλία, πρώτα απ' όλα να κηρύξουν στους μαθητές ότι ούτε ο Όμηρος ούτε ο Ησίοδος ούτε κανείς από όσους ερμηνεύουν...(λείπουν λέξεις)...αφού μέχρι και για ασέβεια τους έχουν κατηγορήσει και για ανοησία και θεολογικές πλάνες. Κι αφού χάρη στα συγγράμματα εκείνων κερδίζουν χρήματα και ζουν ετούτοι εδώ, είναι σαν να το παραδέχονται πως είναι αισχροκερδείς και για λίγες δραχμές είναι ικανοί για όλα.

Μέχρι τώρα, πολλά ήσαν τα αίτια που ο κόσμος δεν επισκεπτόταν τα ιερά, και ο φόβος που επικρεμόταν από παντού συγχωρούσε την απόκρυψη της αληθινής γνώμης για τους θεούς. Τώρα όμως που οι θεοί μάς έδωσαν την ελευθερία, μου φαίνεται παράλογο το να διδάσκει κανείς τους ανθρώπους αυτά που δεν εγκρίνει. Μα αν θεωρούν ότι είναι σοφοί εκείνοι των οποίων τα έργα ερμηνεύουν και τους οποίους αναγνωρίζουν ως προφήτες, ας μιμηθούν πρώτα την ευσέβεια εκείνων προς τους θεούς· αν όμως υποστηρίζουν ότι εκείνοι που αξίζουν τις μεγαλύτερες τιμές είχαν πλανηθεί, τότε ας πάνε στις εκκλησίες των χριστιανών να ερμηνεύσουν Ματθαίο και Λουκά...

Οι δικοί σας νόμοι σας απαγορεύουν να τρώτε από τα ζώα που θυσιάζονται. Εγώ όμως θα προτιμούσα να «ξαναγεννηθεί», όπως θα λέγατε και σεις, και η ακοή και η γλώσσα σας...(λείπουν λέξεις). Ιδού λοιπόν ο νέος νόμος που ισχύει για τους καθηγητές και διδασκάλους. Κανένας νέος που θέλει να φοιτήσει δεν αποκλείεται. Δεν θα ήταν ούτε λογικό ούτε δίκαιο, να κλείσω το δρόμο σε παιδιά που ακόμα δεν ξέρουν τι κατεύθυνση να ακολουθήσουν -από φόβο μήπως τα σπρώξω προς τα πατροπαράδοτα χωρίς να το θέλουν παρ' όλο που θα ήταν δίκαιο, όπως τους τρελούς, έτσι κι αυτούς να τους θεραπεύσουμε παρά τη θέληση τους. Πιστεύω όμως πως τους ανόητους πρέπει να τους διδάσκεις κι όχι να τους τιμωρείς.

Όσον αφορά τα οικονομικά μέτρα που έλαβε κατά της Εκκλησίας, θα τα αιτιολογήσει μ' ένα επιχείρημα άκρως...χριστιανικό («Προς του κατοίκους της Έδεσσας»):
Αφού λοιπόν ο θαυμάσιος νόμος τους, τούς προτρέπει να απαρνηθούν τα υπάρχοντα τους για να πορευτούν πιο εύκολα προς τη βασιλεία των ουρανών, γι' αυτό κι εμείς, συμφωνώντας με τους αγίους τους, δώσαμε διαταγή να κατασχεθούν όλα τα χρήματα της εκκλησίας των Εδεσσητών και να δοθούν στους στρατιώτες και τα κτήματα τους να προστεθούν στα δικά μας ιδιόκτητα.

Κι αυτό για να φτωχύνουν και να βάλουν μυαλό, αλλά και για να μη στερηθούν τη βασιλεία των ουρανών στην οποία ακόμα ελπίζουν. Και τους κατοίκους της Έδεσσας τους προειδοποιώ να μένουν μακριά από καυγάδες και εξεγέρσεις, για να μη μου κεντρίσουν το αίσθημα της φιλανθρωπίας και τους τιμωρήσω με ξίφος, φωτιά και εξορία, για διατάραξη της κοινωνικής γαλήνης.

Όλα τα παραπάνω, όπως ήταν επόμενο, αποτέλεσαν ικανούς λόγους για την έκφυλη χριστιανική Εκκλησία, ώστε να ο Ιουλιανός να «βαπτισθεί» «Αποστάτης» και «Παραβάτης». Θέλοντας δε οι Ιουδαιοχριστιανοί να «λερώσουν» το όνομα του Ιουλιανού, δεν δίστασαν να του χρεώσουν ανυπόστατες φήμες που είχαν ως κοινή πηγή τον Βυζαντινό χρονογράφο και μοναχό, Γεώργιο Κεδρηνό, ο οποίος έζησε προς το τέλος του 11ου και στις αρχές του 12ου αιώνα μ.Χ. «Χάρις» λοιπόν στον Κεδρηνό, «μαθαίνουμε» ότι ο Ιουλιανός τελούσε σπονδές προς τους θεούς, ξεκοιλιάζοντας μωρά και έγκυες γυναίκες για να κάνει οιωνοσκοπίες με τα σπλάχνα τους, ότι προς τον Ιουλιανό δόθηκε ο τελευταίος χρησμός της Πυθίας κι ότι λίγο πριν πεθάνει (πιθανότατα από χριστιανικό χέρι) αναγνώρισε τάχα την ήττα του λέγοντας «Νενίκηκάς με Ναζωραίε» (με νίκησες Χριστέ). Πρόκειται δηλαδή για χονδροειδή αισχρά κατασκευάσματα της Εκκλησίας, που ήθελαν να καταδείξουν με κάθε τρόπο την επικράτηση του Χριστιανισμού. Ας σημειωθεί ότι όσοι άλλοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς αναφέρθηκαν στα τελευταία λόγια του αυτοκράτορα, είχαν την τιμιότητα να προειδοποιούν τον αναγνώστη με ένα «λένε ότι»...

Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού,
κύμα τρομοκρατίας ξέσπασε στην Ανατολική Αυτοκρατορία. Σχεδόν αμέσως πυρπολήθηκε από χριστιανούς η Βιβλιοθήκη της Αντιόχειας. Ακολούθησαν ομαδικοί διωγμοί και βίαιοι θάνατοι φιλοσόφων, καταδίκες για μαγεία των πιστών του αρχαίου Πανθέου, καταστροφές αρχαίων ναών αλλά και εστιακών σημείων του Ελληνισμού που δεν είχαν λατρευτικό χαρακτήρα, όπως τα γυμνάσια και τα μουσεία· με τελική κατάληξη την απαγόρευση της αρχαίας θρησκείας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο (Νοέμβριος 392) και την σχεδόν ταυτόχρονη απαγόρευση των Ολυμπιακών Αγώνων...

Το Ελληνικό Πνεύμα, κατατρεγμένο, θα βρει πλέον καταφύγιο στις φιλοσοφικές σχολές, στις περισσότερες από τις οποίες δεν απομένουν παρά μερικές δεκαετίες ζωής. Ως και το εθνικό όνομα των Ελλήνων τέθηκε υπό απαγόρευση... Σήμερα ο Ιουλιανός αποτελεί μια ενοχλητική παρένθεση μέσα στα εγχειρίδια της ελληνικής ιστορίας. Αναφέρεται πάντοτε με το επώνυμο που του χάρισαν οι χριστιανοί («Παραβάτης» ή «Αποστάτης») οι οποίοι, στην καλύτερη περίπτωση, τον εμφανίζουν ως έναν ανεδαφικό οραματιστή· ένα μικρό ανάχωμα που παρασύρθηκε από το ποτάμι της ιστορίας...

Είναι ευτύχημα για τους ιστορικούς,
τ' ότι ο Ιουλιανός δεν περιοριζόταν στο να μιλάει πολύ (ένα από τα ελαττώματα που του καταλογίζει ο Αμμιανός Μαρκελίνος) αλλά και υπαγόρευε πολύ· κι όταν δεν υπαγόρευε, έγραφε ο ίδιος, νύχτα πάντα. Ο Ιουλιανός ήταν ένας μανιακός της επικοινωνίας· κι αφότου ανέβηκε στον θρόνο, η νέα του ιδιότητα τού επέτρεπε, όταν δεν του επέβαλλε, να επικοινωνεί γραπτώς με τους πάντες: Είτε με το σύνολο των κατοίκων μιας πόλης (όπως παραπάνω) είτε με τον διοικητή μιας μακρινής επαρχίας είτε με μέλη της συγκλήτου· κυρίως όμως τον ενδιέφερε η επικοινωνία με ανθρώπους των γραμμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις πήρε την εξουσία έστειλε επιστολές σε αναρίθμητους διανοούμενους όλων των θρησκευμάτων και όλων των αποχρώσεων, καλώντας τους κοντά του.

Ο λόγος «Κατά χριστιανών» του Ιουλιανού, είναι ένα έργο υπεράσπισης του ελληνικού πολιτισμού, της ελληνικής θρησκείας και του ελληνικού πνεύματος και κατηγορεί τους απολίτιστους Εβραίους πως αφού «έκλεψαν» στοιχεία τους, τα διαστρέβλωσαν με ανήθικο τρόπο. Ο Ιουλιανός χρησιμοποιεί τις αναρίθμητες αντιφάσεις και παραλογισμούς της Αγίας Γραφής για να ασκήσει κριτική στον Ιουδαιοχριστιανισμό, ενώ βάλλει και κατά των «Πατέρων» της Εκκλησίας, όπως κατά του «άθλιου Ευσέβιου» που «υποστηρίζει ότι έχουν και αυτοί κάποια ποιήματα με εξάμετρους στίχους, και περηφανεύεται ότι και οι Εβραίοι ασχολούνται φιλοσοφικά με τη λογική, που τ' όνομά της από τους Έλληνες το πρωτάκουσε».

Ο Ιουλιανός ο Μέγας δεν ήταν ένας απλοϊκός αντίπαλος του Χριστιανισμού· από μικρός, γνώριζε άριστα τις Γραφές όπως και την ιουδαϊκή μυθολογία. Όπως γράφει ο Ευνάπιος, τον ανήλικο Ιουλιανό τον είχαν από κοντά άνθρωποι του παλατιού (ευνούχοι), ώστε να εξασφαλιστεί το ότι θα γινόταν χριστιανός. Όμως εκείνος, «παρ όλα αυτά, έδειξε την υψηλή του φύση:

Μάθαινε αμέσως απ' έξω όλα τα χριστιανικά βιβλία, τόσο που οι δάσκαλοι του αγανακτούσαν που το δασκαλίκι τους κρατούσε λίγο, καθώς δεν είχαν τι να διδάξουν στο παιδί. Κι αφού πια δεν είχε τι άλλο να μάθει απ' αυτούς, ζήτησε από τον εξάδελφο του Κωνστάντιο να του επιτρέψει να παρακολουθήσει μαθήματα φιλοσοφίας και ρητορικής. Και κείνος, του το επέτρεψε γιατί προτιμούσε να χάνεται μες στα βιβλία ο Ιουλιανός παρά να θυμάται την οικογένεια του και το βασιλικό αξίωμα...».
.........................................................................................................
Julian the Great also known as
Julian the Apostate
The last Pagan emperor of Byzantium
It's high time we placed certain things and some truly great people in their rightful position.
Julian the Great is one of them. As a great connoisseur of Greek philosophy and thought, he wished to restore the philosophy and Greek (Hellenic) culture in his empire, which was declining due to the annihilation from Christianity.
This... incestuous, murderous, ruthless and cruel Constantine and his mother Helen, are called great by some because it suits them, but the same people call apostate a great man because he prevented them from looting the empire.
He prevented them from destroying philosophy, literature, art and the Greek philosophical way of thinking, living with Freedom. In a world promoting darkness, ignorance and Christianity, just like today.
Let's stop calling him with the names given to him by the Byzantine Christians and still used by our contemporary obscurantists, people of the “Dark Ages”. Especially us Greeks who have many reasons to honour him and call him with his rightful name, Julian the Great. Let's see who this great man really was.
Julian the Great Flavius Claudius Julianus), also known as Julian the Apostate to Christians, but also as Julian the Great, was a Roman Emperor during the early years of the Byzantine empire (Eastern Roman Empire). As Caesar, he reigned along with Constantius II from 355 to 360 and alone, as August, from 361 until 363 A.D..
Julian was the last emperor of the Constantinian dynasty and the only pagan after Constantine the Great.
Julian the Great was a thoroughly learned man. Influenced by Greek classical education, he considered himself Greek and did not hesitate to declare, “I am Greek”.
In a letter to the philosopher Themistius he stated:
“On my way back to Greece, when everyone thought I was being sent off to exile, supposedly I did not welcome my fate as though I were celebrating my biggest festival, and I did not say that the exchange to me was most delightful, instead saying, for me this change for me was the best thing that could happen to me, as I had gained “gold for bronze, the price of a hundred oxen for the price of nine”? So great was my joy at obtaining the chance to live in Greece instead of in my own home, though I possessed there in Greece no land or garden or the humblest house.”
In another letter (“Panegyric in Honour of Eusebia”), he could not hide his love for Greece:
“But, what's wrong with me? And what kind of speech did I intend to conclude, if not the praise for my beloved Greece that I cannot bring to mind without being amazed with everything that pertains to it?”
Julian the Great was the only non-Christian emperor of Byzantium, like all others who stood in the path of its plans. He was bothered and annoyed by the phenomenon of Christianity that was in direct conflict with the Greek thought and education, as well as with Greek culture - civilization that he adored. He tried to put a stop to the impunity of the clergy and the enrichment of the Church, albeit without persecuting them. “By the Gods, I do not wish Christians to be killed or unjustly beaten or to suffer any other evil” [“his Autograph letter to Atarvius”].
On the contrary, he tried to keep a balance. He issued decrees on religious freedom for everyone, whilst trying to revive the Hellenic (and Roman) religion. He returned property and brought back from exile the orthodox Christians who had been persecuted by the arian Constantius. He abolished the state subsidies to the Christian church. He adopted five decrees to enhance the power of local governments. He prohibited everyone from calling him “Master - Despoti” and he declared that he considers himself a member of the senatorial class.
In his letters, he addressed the city governments as equal partners. He promoted measures (tax exemptions, debt relief, etc.) to enhance the autonomy of the cities. He tried to reconcile the warring factions of Christians and also prevent conflicts between nationals (pagans) and Christians (“I have behaved with such gentleness and charity towards all Christians, that none of them suffers from violence, nor are they forcibly dragged to the temples and made to do anything against their will.” [“To the people of Edessa”]).
Attempting to limit Christian propaganda and the spread of Christianity, he issued an order banning Christian teachers from schools; he prohibits bequests to the churches; he obliges Christians to repair the damage they caused to the sanctuaries (Temples etc.) of the national religion. Julian the Great justified in a nutshell his measure of prohibiting Christian orators, teachers and grammarians to teach Greek literature, with the following phrase:
“Go to your churches, to expound Matthew and Luke”... Christians felt that, that measure therefore precluded their children from studying. However, Julian is very clear about that at the end of the letter (“Letter 42”)...
I hold that a proper education results, not in laboriously acquired symmetry of phrases and language, but in a healthy condition of mind, I mean a mind that has understanding and true opinions about things good and evil, honourable and base. Therefore, when a man thinks one thing and teaches his pupils another, in my opinion he fails to educate exactly in proportion as he fails to be an honest man.
And if the divergence between a man's convictions and his utterances is merely in trivial matters, that can be tolerated somehow, though it is wrong. But if in matters of the greatest importance a man has certain opinions and teaches the contrary, what is that but the conduct of hucksters, and not honest but thoroughly dissolute men in that they praise most highly the things that they believe to be most worthless, thus cheating and enticing by their praises those to whom they desire to transfer their worthless wares.
Therefore all who profess to want the noble profession of a teacher must be fair and logical with ideas of men of upright character, and ought not to harbour in their souls opinions irreconcilable with what they publicly profess; and, above all, I believe it is necessary that those who associate with the young and teach them rhetoric should be of that upright character; for they expound the writings of the ancients to the young, whether they be rhetoricians or grammarians, and still more if they are sophists, for it is their duty to teach, in addition to other things, not only the use of words and language , but morals - ethics also, as they assert that political philosophy is their particular field.
Let us leave aside, for the moment, the question whether this is true or not, I applaud them for aspiring to such a high and wonderful profession, I should applaud them still more if they did not utter falsehoods and convict themselves of thinking one thing and teaching their pupils another. What do you say! Was it not the gods who revealed all their learning to Homer, Hesiod, Demosthenes, Herodotus, Thucydides, Isocrates and Lysias? Did not these men think that they were consecrated, some to Hermes and others to the Muses? I think it is absurd that men who expound the works of these writers at the same time should dishonour the gods whom they honoured. Yet, though I think this absurd, I do not say that they ought to change their opinions, the teaches that instruct the young.
But I give them this choice; either not to teach what they do not think admirable and honourable, or, if they wish to continue teaching, let them first admit to their pupils that neither Homer nor Hesiod nor any of these writers whom interpret them ….words are missing… have accused them to be guilty of impiety, folly and error in regard to their theological declarations. For since they make a livelihood and receive pay from the works of those writers, they thereby confess that they are most shamefully greedy of gain, and that, for the sake of a few drachmae, they would put up with anything.
It is true that, until now, there were many reasons for people not attending the holy places / temples, and the fear that existed from everywhere absolved men for concealing the truest beliefs about the gods. But now that the gods have granted us liberty, it seems to me absurd that one should teach people what they do not believe and approve of. But if they consider wise those who’s written works that they interpret and to whom they recognize as prophets, let them be the first to emulate their piety towards the gods. If, however, they think that those writers were in error with respect to the most honoured gods, then let them take themselves to the churches of the Christians to expound Matthew and Luke…
Your laws forbid you from eating the animals used in religious sacrificial ceremonies. I however would prefer for these things to be “reborn”, as you would say, with your hearing and your tongue…words are missing…Here now is the new law which is in place for teachers and instructors: Any youth who wishes to attend the schools is not excluded; It would not be logical or just ,to close off the path to children who do not yet know which direction to follow – from the fear that I might force them in the direction of their ancestors without them wishing this, although this would be the just thing to do, as the insane, to treat them the same, to heal them against their desires to be healed. I believe that the ignorant and silly people should be taught / educated and not punished.
Regarding the economic measures taken against the Church, he justified them with a very... Christian argument (“To the people of Edessa”):
Therefore, since by their most admirable law the Christians are instructed to renounce their riches so they may attain more easily the kingdom of the skies, we also are in agreement with their saints and have given orders that all the funds, namely, that belong to the church of Edessa, are to be taken over so that they may be given to the soldiers, and that its property be confiscated for our private State use.
This is in order that poverty may teach them to behave properly and that they may not be deprived of that heavenly kingdom for which they still hope. And I publicly command you citizens of Edessa to abstain from all feuds and rivalries, else will you provoke even my benevolence against yourselves, and be forced to punish you by the sword, fire and exile for disturbing the good order of the community and commonwealth.
All this, as was expected, constituted grounds for the degenerate Christian Church to call Julian an “Apostate”, an “Offender”. The Judeo-Christians, aiming to “smear” Julian's name, did not hesitate to attribute to him unsubstantiated rumours, all stemming from the Byzantine chronicler and monk Georgios Kendrinos, who lived in the late 11th and early 12th century AD. It is “thanks” to Kendrinos that we “learn” that Julian poured libations to the gods, supposedly gutting babies and pregnant women to carry out auguries with their guts, that Julian received the last oracle from Pythia and that before he died (probably by a Christian hand) he allegedly admitted his defeat saying “You have won, Galilean” (You have beaten me Jesus). These are obviously obscene constructs of the Church, aiming to demonstrate in every way the prevalence of Christianity. It should be noted that the ecclesiastical writers referring to the emperor's dying words had the honesty to warn the reader by stating “it is said that...”.
After the death of Julian, a wave of terror broke out in the Eastern Empire. The Library of Antioch was almost immediately torched by Christians. Mass persecution and violent deaths of philosophers ensued, along with witchcraft convictions for the believers of the ancient Pantheon, destruction of ancient temples and focal points of Hellenism that did not have any religious character, such as gymnasia and museums. Finally, the ancient religion was banned by emperor Theodosius (November 392 A.D.) and almost at the same time the Olympic Games were prohibited...
The Hellenic Spirit, was persecuted, found refuge in philosophical schools, most of which only had a few decades of life ahead of them. Even the national name of the Greeks (Hellene) was banned… Nowadays, Julian is an annoying footnote in the manuals of Greek history. He is always referred to by his nickname (the “Apostate” or “Offender”), given to him by the Christians, who, at best, present him as an unrealistic visionary; a small mound swept away by the river of history...
Fortunately for historians, Julian not only spoke profusely (one of the faults attributed to him by Ammianus Marcellinus), but he also dictated his words, and when he did not dictate, he wrote them himself, always at night. Julian was obsessed with communication and when he ascended the throne, his new status allowed him, if not required from him, to communicate in writing with everyone: Either with all the citizens of a city (as above) or with the governor of a distant province, or with the members of the senate; mostly, however, he was interested in communicating with intellectuals. It is telling that when he took over, he sent letters to numerous intellectuals of all religions and fields, inviting them to join him.
Julian's speech “Against the Christians”, is a work advocating the Greek culture, the Hellenic religion and the Hellenic spirit, accusing the uncivilised Hebrews to have stolen elements from the Greeks and then to have distorted them in an immoral manner. Julian uses the countless contradictions and absurdities in the Holy Bible (JEWISH TORAH) to criticise the Judeo-Christian world and he also turns against the “Fathers” of the Church”, stating that the “wretched Eusebius will have it that poems in hexameters are to be found even among them, and sets up a claim that “the Jews do philosophical study with logic, a word that was first heard from the Greeks”.
Julian the Great was not a simple opponent of Christianity; since his childhood, he studied the Scriptures and the Jewish mythology. As Eunapius wrote, “eunuchs from the palace took charge of him [Julian] and his education, and were assigned to keep watch so that he might not waver from the Christian faith. But even in the face of these difficulties he displayed the greatness of his genius.
For he had gotten to know their books so thoroughly by heart that they fretted at the scantiness of their erudition, since there was nothing else that they could teach the boy. Now since they had nothing to teach him and Julian had nothing to learn from them, he begged his cousin's permission to attend the schools of the sophists, philosophers and lecturers on Greek philosophy. He, as the gods so willed, permitted this, because he wished Julian to browse among books and to have leisure for them, rather than leave him to reflect on his own family and his claim to throne and empire...”
Footnote: Greece was conquered long before Julian the Great.
Greece and its empire came under Roman rule and occupation from 146 B.C.
The Romans from 146 B.C. fell in love with all things Hellenic and adopted all things Hellenic until about 325 A.D.
With the adoption of Christianity as the official religion of their empire they turned against the Hellenes and the Hellenic civilization - culture because it was diametrically and philosophically at odds with Christianity.
They also turned violently against the Greeks and conducted a genocide against the Greeks because they refused to convert to Christianity. 

........................................................................................



Ποιος έκαψε την Ρώμη; Ο Νέρωνας ή ο Παύλος;

Η πυρπόληση της «αιώνιας πόλης» – Ποιος έκαψε την Ρώμη; Ο Νέρωνας ή ο Παύλος;

Ποιός έκαψε την Ρώμη και γιατί παραποίησαν την ιστορική αλήθεια; …

Φίλτατοι Συνέλληνες: Το θέμα που θα διαπραγματευτώ είναι καρπός μακροχρονίου έρευνας και μελέτης και, αισθάνομαι την ανάγκη να την κοινωνήσω μαζί σας. Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος και ακριβολόγος, τα στοιχεία που θα παρουσιάσω έχουν ιστορικές βάσεις και αποδείξεις και δεν αποτελούν καρπόν αυθαιρεσίας, ούτε και εμπάθειας, αλλά είναι παρμένα από τα ίδια τα αντικρουόμενα και ασύγχρονα έργα των ίδιων των πρωταγωνιστών.

Ο κάθε σοβαρός ερευνητής οφείλει εάν σέβεται τον εαυτόν του, αλλά και το ακροατήριο του να φέρει καθαρούς λευκούς κρυστάλλινους και όχι παραμορφωτικούς φακούς, να εξιστορεί τα αληθή γεγονότα και τα συμπεράσματα να εξάγονται στο τέλος κατόπιν γονίμου διαλόγου. Προς άρσην κάθε παρανοήσεως και συμπληρώσεων, τονίζω κανείς δεν διδάσκει κανέναν, ο μόνος διδασκόμενος είναι πάντοτε ο εκάστοτε ομιλητής, διότι εντρυφεί και εμβαθύνει στο εξεταζόμενο θέμα αρκετό καιρό, εάν φυσικά σέβεται το ακροατήριό του και

δεν ενεργεί σκόπιμα και κακόβουλα.

Το σημερινό μας θέμα είναι από τα πλέον δύσκολα, διότι είναι ταμπού και έχει εδραιωθεί επί 1900 και πλέον χρόνια, με μία παραπληροφόρηση και με έναν θρησκευτικό φανατισμό και μίσος που δύσκολα ανατρέπονται, αλλά θα πρέπει σαν τέκνα του ελληνικού φωτός να μην μας πτοεί τίποτα. Διότι Θείον, Φως και Αλήθεια είναι έννοιες συγκλίνουσες και ταυτόσημες, που μόνον με τον ελληνικό λόγο είναι δυνατόν να τις προσεγγίσουμε και να τις κατανοήσουμε εν μέρει και όχι με την άκρατο, άλογο και στείρα πίστη και την κατ’ αποκάλυψιν αλήθεια, που επινόησαν διάφοροι για τους δικούς τους σκοπούς ανά τους αιώνες, οδηγώντας έτσι την ανθρωπότητα σε ποταμούς αίματος, στον σκοταδισμό και στην σημερινή επάρατο νεοβάρβαρη παγκοσμιοποίηση.

Αλλά ας εισέλθουμε στο θέμα, διότι η κλεψύδρα είναι αμείλικτη, που δεν είναι άλλο από το ερώτημα των σκεπτόμενων ανθρώπων για δύο χιλιετίες:

«Ποιός έκαψε την Ρώμη και γιατί παραποίησαν την ιστορική αλήθεια;» …

Ας εξετάσουμε εν συντομία τον βίο και την πολιτεία του πρωταγωνιστή Σαούλ, που δεν είναι αντίστοιχα Παύλος στα λατινικά, όπως ψέματα μας έχουν μάθει. Το Paulus στα λατινικά σημαίνει ο «κοντός», ο «κουτσός» και ο «δύσμορφος» και δεν έχει καμία σχέση το πραγματικό του όνομα, Saul το οποίο στα εβραϊκά σημαίνει «κυνηγός». Αυτοί που τον χαρακτήρισαν έτσι, ήταν γιατί τον γνώρισαν από κοντά και τον χρησιμοποίησαν για τους δικούς σκοπούς και επιδιώξεις.

Φέρεται ότι γεννήθηκε στην Ταρσώ της Κιλικίας, άρα ήταν Ιουδαίος της διασποράς, δηλαδή μιλούσε και έγραφε την ελληνική γλώσσα και όπως ο ίδιος δηλώνει κατ’ επανάληψιν ήταν φανατικός Ιουδαίος της αυστηρής πατρώας θρησκείας: «Περιτομή οκταήμερος εκ γένους Ισραήλ πεπαιδευμένος κατ’ ακρίβειαν του πατρώου νόμου, εκ της φυλής Βενιαμίν, Εβραίος εξ Εβραίων κατά νόμον Φαρισαίος» (Φιλιπ. γ΄ 5).

Από τον πατέρα του είχε κληρονομήσει την ρωμαϊκή ιθαγένεια (Πράξεις κβ΄ 25-28). Η ρωμαϊκή ιθαγένεια πολύ σπάνια, μπορούσε να αποκτηθεί με μεγάλη δωροδοκία ή την απένειμαν για τις εξαιρετικές υπηρεσίες του προς το ρωμαϊκό κράτος. Αλήθεια, τι υπηρεσίες είχε προσφέρει η οικογένειά του; Δεν είναι πουθενά καταχωρημένη, από 3000 σελίδες των συγχρόνων του ιστορικών Σουητόνιου, Φλάβιου Ιώσηπου, Τάκιτου και Πετρώνιου έχουν διασωθεί μόλις 250.

Σε νεαρά ηλικία πήγε στην Ιερουσαλήμ και σπούδασε κοντά στον φανατικό Γαμαλιήλ, έτσι έγινε ορθόδοξος Εβραίος που υπηρετούσε με απόλυτο φανατισμό τον μωσαϊκό νόμο. Έγινε τυφλό όργανο του Σανχεδρίν και με απειλές, διώξεις και φόνους κατά των χριστιανών, πάντοτε επ’ αμοιβή προσπαθούσε να σταματήσει το έργο τους (Πράξεις θ΄1 & κβ΄4-5).

Πήγαινε ως κυνηγός κεφαλών στην Δαμασκό για να οδηγήσει μία ομάδα χριστιανών στην Ιερουσαλήμ για να δικαστούν, όπως αναφέρεται τρεις φορές στις Πράξεις (θ΄1 -19, κβ΄ 5-16, κστ΄ 11-20). Η αφήγηση είναι διαφορετική και στις τρεις αναφορές, γιατί έχει γραφεί σε τρεις διαφορετικές περιόδους και από διαφορετικούς συγγραφείς, όπως όλα σχεδόν τα ιερά κείμενά τους.

Άκουσε την φωνή Σαούλ, Σαούλ γιατί με διώκεις, τυφλώθηκε, σε τρεις μέρες βρήκε το φως του κ.τ.λ. τα γνωστά και από τρομερός διώκτης έγινε ο πλέον θερμός υποστηρικτής των διωκομένων του, κατά τον Λουκά, που όπως γνωρίζεται είναι ο κύριος συντάκτης των Πράξεων που τις έγραψε 40 χρόνια αργότερα, με τις πολυάριθμες αντιφάσεις και επεμβάσεις όπως θα δούμε στην συνέχεια.

Μία λεπτομέρεια που πιθανόν δεν την γνωρίζετε. Έπεσε λιμός, μόλις άρχισε την νέα του καριέρα όταν βρισκόταν στην Αντιόχεια, και ανέλαβε αυτός με τον μαθητή του τον Βαρνάβα να κάνουν έναν μεγάλο έρανο για την ανακούφιση των χριστιανών της Ιερουσαλήμ, και μετά επέστρεψε στην Συρία (Πράξεις ι γ΄ 1 & προς Γαλάτ. Α΄ 18-21). Μετά άρχισε να ταξιδεύει πάντοτε με τον Βαρνάβα, (που τον αποκαλούσε Δία και τον εαυτόν του Ερμή [Πράξεις Παύλου και Θέκλης]).

Επισκέφθηκαν με τον Ιωάννη Μάρκο την Κύπρο και την Πέργη της Παμφιλίας όπου κήρυτταν σε συναγωγές, εκεί ο Μάρκος και ο Βαρνάβας διαφώνησαν μαζί του και τον εγκατέλειψαν, επειδή ξεκίνησε να κηρύττει στους εθνικούς, κατά παράβαση των συμφωνιών και των υποσχέσεών του, διότι οι Ιουδαίοι διαφωνούσαν ισχυρά με αυτό το σχέδιό του.

Εκεί βρίσκεται η μεγάλη απόκρυψη και συσκότιση, από ποιους πήρε την εντολή να δημιουργήσει την εκκλησία μεταξύ των εθνικών-Ελλήνων; Μόλις αυτά έγιναν γνωστά στην Ιερουσαλήμ επήλθε μεγάλη αναταραχή μεταξύ των απλών Ιουδαίων, πως ήταν δυνατόν ο εθνικός να αποδεχθεί τον μεσσία και όχι τον Ισραήλ; Άρα οι εξ εθνικών προσήλυτοι έπρεπε να κάνουν την περιτομή και να τηρούν τον Μωσαϊκό νόμο.

Πως ο Σαούλ από κυνηγός κεφαλών προσχώρησε πρόσφατα στην μικρή ομάδα των Ιουδαίων οπαδών του Χριστού, να κηρύττει και να πράττει του κεφαλιού του; Έτσι άρχισε μία φαινομενική ψυχρότητα με τους απλούς Ιουδαίους και ακολούθησαν και κάποιες διώξεις γι’ αυτό και τον αποκάλεσαν εξωμότη (Πράξεις κεφ. Θ, ιγ, ιδ, ιζ, ιη, ιθ, κ, & κη).

Διότι πολλοί εύρισκαν την προσωπικότητά του και την ρητορική του απεχθή. Τότε ο Σαούλ αναθεώρησε σε αρκετά σημεία τον μωσαϊκό νόμο και κυρίως εμπνεύσθηκε την μετά θάνατο δικαίωση για τους προσχωρώντας και ας παρέβαιναν τον νόμο, ήταν μία πρωτότυπη πατέντα που είχε μεγάλη ανταπόκριση στο αμαθές πλήθος, «την διακήρυξη της Δικαιώσεως και την μετά θάνατον ανάσταση», όσων συλλήβδην προσχωρούσαν.

Εδώ κακογράφει και αλλοιώνει τα αρχαία μυστήρια, διότι κατ’ αυτόν όποιος είναι εν Χριστώ έχει εκπληρώσει τα πάντα και μετά θάνατον δικαιούται τα πάντα. Επίσης εκείνος επέτρεψε στους εθνικούς να παρευρίσκονται στις συναγωγές, αλλά να μην έχουν επαφή με τους «ειδωλολατρικούς ναούς των» (Προς Γαλάτ. β΄ 10).

Ένεκα αυτού διαφώνησε για δεύτερη φορά με τον Βαρνάβα και τον αντικατέστησε με τον Σίλα και άρχισε να περιοδεύει τον ελλαδικό χώρο Τρωάδα, Μακεδονία, Θράκη, Αθήνα και επί 18 μήνες προσπαθούσε να ιδρύσει εκκλησία στην ελευθεριάζουσα Κόρινθο (Πράξεις ιζ΄ 22-31). Τότε τον κατήγγειλαν οι ίδιοι οι Ιουδαίοι στον Ανθύπατο της Αχαΐας (Πελοποννήσου) Γαλλίωνα + 52 και ο Ρωμαίος ανώτατος διοικητής και δικαστής τον απήλλαξε από κάθε κατηγορία, και εκείνος συνέχισε ανενόχλητα το ανθελληνικό του έργο.

Είναι η δεύτερη επίσημη εκδήλωση της ανοχής και της στηρίξεώς του από το επίσημο ρωμαϊκό κράτος η πρώτη ήταν όταν του παραχώρησαν διεθνές ρωμαϊκό διαβατήριο, ακολούθησαν και άλλες πολλές, διότι έπρεπε να ολοκληρώσει το ειδεχθές έργο του, δηλαδή την διάλυση του ανεπανάληπτου ελληνικού οικουμενικού πολιτισμού, και την επικράτηση του διεθνούς Σιωνισμού.

Αυτά τα λίγα για τον Σαούλ από τα ίδια τους τα κείμενα, που βρίθουν από ανακρίβειες και αυτοαναιρέσεις, γιατί τονίζω γράφτηκαν από διαφορετικούς, ως επί το πλείστον φανατικούς και αμαθείς ρασοφόρους και σε μεγάλες χρονικές περιόδους, εκτός και των εκατοντάδων επεμβάσεων που υπέστησαν με παπικές και αυτοκρατορικές εντολές. Τα της ζωής και το έργο του λαμπρού και μεγάλου φιλέλληνα αυτοκράτορα Νέρωνα θα αναφερθούν στο κυρίως θέμα μας.

Είναι γνωστό στους αδέσμευτους ερευνητές-μελετητές της ιστορίας, ότι δια μέσου των αιώνων, έχουν επέλθει απαλοιφές, αλλοιώσεις, προσθήκες και επεμβάσεις σε ιστορικά και χριστιανικά κυρίως κείμενα, διότι ενοχλούσαν με τις αποκαλυπτόμενες αλήθειες και τα πραγματικά γεγονότα, που είχαν λάβει χώρα, τις διάφορες ηγεσίες των εκκλησιών και των διαφόρων δογμάτων ανά τους αιώνες.

Είναι καιρός πλέον να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια και η πραγματικότητα, για να μπορέσουμε να πάρουμε την οδόν της αληθείας, που οδηγεί στο φως, την γνώση και την θέωση.

Ο μυστηριώδης, ο γνωστός άγνωστος, ο παράξενος ταξιδευτής Σαούλ -κυνηγός– Παύλος πέθανε κατά τας γραφάς το + 64, σαν Ρωμαίος πολίτης με αποκεφαλισμό. Δύο όμως σημαντικοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ο Ευσέβιος Καισαρείας (άγιος) και ο Ιερώνυμος (άγιος και αυτός), που πρώτος μετέφρασε στα λατινικά από τα ελληνικά την Αγία τους Γραφή, η οποία ονομάσθηκε VULGATA–ΛΑΪΚΗ και που μέχρι σήμερα είναι η επίσημη αναγνωριζομένη μετάφραση από το Βατικανό, μας βεβαιώνουν ότι πέθανε το 67 μ.Κ.Ε.Όμως είχε συλληφθεί το 64 μ.Κ.Ε. λίγες ημέρες μετά τον εμπρησμό της Ρώμης, κατά τον οποίον μεταξύ των τεραστίων καταστροφών, κάηκαν σπουδαία και σημαντικά πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία των «ειδωλολατρών» στην Ρώμη, όπως ο Ιππόδρομος, το Παλατίνο (από τον ιδρυτή της Ρώμης τον Αρκάδα Πάλλαντα), οι ναοί της Εκάτης, του Διός, του Ηρακλέους, το Πάνθεον και πολλά άλλα.

Έντεχνα τότε κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο ίδιος ο Νέρων είχε βάλει την φωτιά, αλλά σε κάθε σοβαρό μελετητή μόνο ένα πικρό χαμόγελο προκαλεί αυτή η επικρατήσασα ψευδής φήμη.

Τουλάχιστον από αυτά που μας αφηγούνται οι αξιόλογοι ιστορικοί εκείνης της περιόδου Τάκιτος και Σουητώνιος, αποκλείεται ο Νέρων να γνώριζε ή να συμμετείχε σε αυτό το μεγάλο έγκλημα. Ο Νέρων ήταν μία λεπτή και καλλιτεχνική προσωπικότητα. Εκτιμούσε τα ιερά όλων των θρησκειών που υπήρχαν στην Ρώμη. Ήταν ο πρώτος μη χριστιανός αυτοκράτωρ που νομοθέτησε υπέρ των πτωχών και των σκλάβων. Είχε απαγορεύσει τις μονομαχίες γιατί απεχθανόταν τις αιματοχυσίες.Ανέβαλλε συνεχώς την υπογραφή της εκτελέσεως των καταδικαστικών αποφάσεων, έτσι έδινε χρόνο στους καταδικασθέντες να πεθαίνουν από φυσικά αίτια. Είχε σταματήσει όλες τις πολεμικές εχθροπραξίες για να σταματήσει το εμπόριο των σκλάβων που πλούτιζε τους συγκλητικούς. Υπήρξε πάντοτε φιλέλληνας, είχε επισκεφθεί δύο φορές την Ελλάδα όπου συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ελευθέρωσε την Πελοπόννησο και απήλλαξε για πέντε χρόνια την Ελλάδα από την φορολογία.Αυτή η φιλολαϊκή και φιλελληνική του πολιτική είχε εξοργίσει την αδίστακτη πλουτοκρατία της Ρώμης και τους φανατικούς οπαδούς της νέας αιρέσεως του Εβραιοχριστιανισμού. Αυτές οι δύο τάξεις από κοινού προετοίμαζαν την δολοφονία του, με επικεφαλής σύνδεσμό τους, τον προσωπικό του δάσκαλο Σενέκα.

Την ημέρα του εμπρησμού της Ρώμης, ο Νέρων την αναγόρευσε σε ημέρα πένθους και έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να ανακουφίση, να βοηθήση τα θύματα και να αποκαταστήσει τις τεράστιες ζημιές. Επομένως για έναν σοβαρό ερευνητή της εποχής εκείνης, είναι αδύνατον να δεχθή ότι ο Νέρων διέπραξε ένα τόσο βαρύ έγκλημα, με τέτοια διαγωγή και τόσο ευγενική ψυχή.

Ο Τάκιτος μας πληροφορεί ότι την ημέρα της μεγάλης συμφοράς, συναντούσες στους δρόμους περίεργους ανθρώπους με αναμμένους δαυλούς στα χέρια, που τους πετούσαν μέσα στα σπίτια για να δυναμώνουν και επεκτείνουν την πυρπόληση.

Ποιοί ήταν όμως αυτοί που έσκαβαν κρυφά και άτιμα τον λάκκο του Νέρωνος; Πρώτος απ΄ όλους ο δάσκαλός του ο Σενέκας, ο πρώην στωικός φιλόσοφος και κρυπτοχριστιανός που σκεπτόταν με τον ίδιο τρόπο όπως ο Γάλβας και ο Πισόνε και τόσοι άλλοι από τον «οίκο του Καίσαρος» (Φιλιππησίους 4, 22).

Ποιός ήταν ο αδελφός του Σενέκα; Ο Γαλλίων, ανθύπατος της Αχαίας που δεν ανέκρινε και δεν πήρε ποτέ απολογία του Παύλου. Δεν είναι όντως παράξενο, που ενώ ο Παύλος είχε συλληφθεί στην Κόρινθο, ελευθερώθηκε από τον ίδιο τον Γαλλίωνα (Πράξεις 18, 12-17), δίχως τουλάχιστον να απολογηθεί, με την μεσολάβηση του ελληνίζοντος Εβραίου αρχισυνάγου Σωσθένη. Δεν είναι επίσης παράξενο που ο Παύλος αλληλογραφούσε με τον Σενέκα;

Ποιοί ήταν αυτοί από τον «οίκο του Καίσαρος» που από την καρδιά της Ρώμης έστελναν τους αδελφικούς χαιρετισμούς στους αδελφούς των στους Φιλίππους; Είναι οι Σενέκας, Πισόνε και Βούρος; Και ο Επαφρόδιτος; Δεν είναι παράξενο ο συνεργάτης και συνεταίρος στην εργασία και στον αγώνα με τον Παύλο (Φιλιππησίους 2, 25 και 4, 18) να είναι το ίδιο πρόσωπο που έχωσε το μαχαίρι στον λαιμό του Νέρωνος, γιατί ο ίδιος δεν είχε το κουράγιο να αυτοκτονήσει;

Αλλά υπάρχει ακόμη κάτι παράξενο στην «Αποκάλυψη» του Ιωάννη: Η γυναίκα που είχε δει την μεγάλη πόλη (Ρώμη) η οποία έχει υπό την εξουσίαν της όλους τους Βασιλείς της γης…μία ημέρα θα γεμίσει πληγές και θα καεί από την φωτιά και κάθε καπετάνιος, οι ναύτες και όσοι εργάζονται στην θάλασσα θα δούνε τον καπνό από μακριά ενώ αυτή θα καίγεται (Κεφ. 17 και 18). Δεν προαναγγέλλεται ο εμπρησμός;Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η Αποκάλυψη είναι ένα αποκρυφιστικό βιβλίο. Διαβάζουμε στην αρχή του 13ου των Πράξεων ακόμη ένα παράξενο. «Ήσαν στην κοινότητα της Αντιοχείας προφήτες και διδάσκαλοι δηλαδή ο Βαρνάβας, ο Συμεών ο αποκλεισθείς Νίγερ, ο Λούκιος ο Κυρηναίος, ο Μαναήν παιδικός σύντροφος του Τετράρχη Ηρώδη Αγρίππα και ο Παύλος». Ο Μαναήν ήταν εκείνος που κατά τον εμπρησμό της Ρώμης το 64, ξεσήκωσε τους εθνικιστές-ζηλωτές Εβραίους της Παλαιστίνης σε εξέγερση.

Συνδέοντας όλα αυτά τα ονόματα με τα γεγονότα, οδηγούμεθα στο παράξενο συμπέρασμα ότι η σύλληψη του Παύλου και η μεταφορά του στην Ρώμη, ήταν μέρος ενός καλά οργανωμένου σχεδίου που σκοπό είχε την ανατροπή του φιλέλληνα Νέρωνα δια της πυρπολήσεως της Ρώμης και την ανόρθωση των Εβραίων στην Ιερουσαλήμ. Τα γεγονότα μιλάνε μόνα τους. Ενώ τον συνέλαβαν στον ναό του Σολομώντος και κινδύνευε η ζωή του (Πράξεις 21, 22-23), ο Ρωμαίος χιλίαρχος δήμαρχος της πόσεως Κλαύδιος Λυσίας με όλη του την στρατιωτική δύναμη, επενέβη για να τον πάρει από τα χέρια των Εβραίων.

Τώρα αυτός ήταν ελεύθερος μέσα στην «φυλακή». Ενώ απ’ έξω ο λαός κραύγαζε εναντίον του, ο δήμαρχος Λυσίας του επιτρέπει να ομιλεί με στρατιωτική προστασία. Τώρα ο Παύλος αν και ήταν φυλακισμένος, αισθάνεται άνετα. Ο ανιψιός του Περσίνος, γιος τής αδελφής του, τον επισκέπτεται δίχως καμία δυσκολία στην φυλακή και τον πληροφορεί ότι οι Ιουδαίοι ορκίσθηκαν να τον σκοτώσουν (Πράξεις 13 – 14). Ο Παύλος κάλεσε τον εκατόνταρχο και του είπε να οδηγήσει τον ανιψιό του στον χιλίαρχο για να τον πληροφορήσει κάτι σημαντικό.

Αφού τον άκουσε ο χιλίαρχος, είπε στον νεαρό να μην πη σε κανέναν άλλον την πληροφορία του. Κατόπιν κάλεσε δύο εκατόνταρχους και τους διέταξε να σχηματίσουν ένα σώμα από 200 στρατιώτες, 70 ιππείς και 200 τοξότες για να μεταφέρουν τον Παύλο στις εννέα το βράδυ, ώστε να μη το καταλάβουν οι κατήγοροί του, από την Ιερουσαλήμ στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, που απέχουν περίπου 200 χιλιόμετρα, και αυτό για να φθάση σώος και ασφαλής και να τεθεί υπό την κρίση του Ρωμαίου κρατίστου ηγεμόνα Φήλικα.

Ο Κλαύδιος Λυσίας συνέταξε επιστολή με όλο το ιστορικό του Παύλου προς τον Φήλικα (Πράξεις 13, 23 – 27). Επίσης είναι παράξενο ότι ο φυλακισμένος Παύλος γνώριζε με λεπτομέρειες το περιεχόμενο του εμπιστευτικού φακέλου που μετέφεραν οι εκατόνταρχοι στον ηγεμόνα.

Μετά από πέντε ημέρες έφθασε ο αρχιερέας Ανανίας με τους προύχοντες στην Καισάρεια, ο Παύλος εν τω μεταξύ διέμενε στο Πραιτώρειο. Συνάντησαν τον Φήλικα και ο ρήτωρ Τερτύλλος ιστόρησε το κατηγορητήριο παρόντος του Παύλου, ειπών μεταξύ των άλλων ότι «ο άνθρωπος αυτός είναι λοιμός που κινεί σε στάση τους Ιουδαίους σε όλον τον κόσμο, αφού προσπάθησε να βεβηλώσει και το ιερόν του Ναού, και σύμφωνα με τον νόμο μας τον κρίναμε. Αλλά επενέβη ο Λυσίας με πολύ βία και μας τον πήρε από τα χέρια μας»(Πράξεις 24, 1-9) .

Στην απολογία του ο Παύλος, σαν καλός Φαρισαίος, τονίζει ότι λατρεύει τον Θεό των πατέρων του, κατά την κατήχηση που έχει πάρει, που αυτοί ονομάζουν πίστη και ότι αυτή είναι σύμφωνα με τον νόμο και έχει αποκαλυφθεί από τους προφήτες, δηλώνει ότι έχει την ελπίδα του στον Θεό των προφητών και ότι θα υπάρξει μία ανάσταση δικαίων και αδίκων (Πράξεις 24, 14-15).

Γιατί στην επίσημη απολογία του δεν κάνει καμία αναφορά ότι είναι οπαδός και κήρυκας της τριαδικότητας του Θεού; Γιατί δεν αναφέρεται στον μονογενή Υιό και στο Άγιο Πνεύμα;

Ο Φήλικας δεν τον ελευθέρωσε αμέσως, λέγοντας ότι ήθελε να μάθη περισσότερα από τον χιλίαρχο όταν αυτός θα πήγαινε στην Καισάρεια. Δίνει όμως εντολή στον εκατόνταρχο να παραμείνει υπό κράτηση ο Παύλος και να τυγχάνει «διευκολύνσεων» για να μπορούν οι φίλοι του να του συμπαρίστανται και να τον συντρέχουν (Πράξεις 24, 23-24). Το πιο παράδοξο είναι ότι ο Φήλικας συνοδευόμενος από την σύζυγό του, τον επισκεπτόταν συχνά. Ο παράξενος περιορισμός διήρκεσε δύο χρόνια, διέδωσαν ότι τάχα ο Φήλικας ήθελε χρήματα για να τον ελευθερώσει.

Αλλά από που ο Παύλος μπορούσε να έχει χρήματα; Μήπως από το εμπόριο των σκηνών, που χρόνια το είχε σταματήσει; Ποιοί ήταν αυτοί που τον υπηρετούσαν και με τι χρήματα τους πλήρωνε για δύο και πλέον χρόνια;

Εν τω μεταξύ ο Φήλικας αντικαταστάθηκε από τον Πόρκιο Φέστο και οι Ιουδαίοι όμως δεν είχαν ξεχάσει τον Παύλο. Παρά την περίεργη «απολογία» του, δεν είχαν ικανοποιηθεί, παρουσιάσθηκαν στον νέο κράτιστο ηγεμόνα Φέστο και του ζήτησαν να τον στείλει πίσω στην Ιερουσαλήμ για να δικαστή. Αυτή την φορά επικεφαλής των Ιουδαίων προυχόντων είναι ο αρχιερέας Ανανίας. Τι συμβαίνει όμως εδώ; Μέχρι χθες ο Παύλος, ο φανατικός Φαρισαίος Σαούλ=διώκτης στην εβραϊκή, ήταν το καταδιωκτικό και εκτελεστικό τους όργανο …

Η κράτησή του ήταν φαινομενική και ενορχηστρωμένη όπως φαίνεται, γιατί μέχρι χθες ήταν ένα πιόνι τους. Ο νέος ηγεμόνας πληροφορήθηκε και καθοδηγήθηκε από τον απερχόμενο, έτσι απέρριψε το αίτημα των Ιουδαίων και επέτρεψε στον Παύλο να συναντηθεί και να μιλήσει ελεύθερα με αυτούς. Το πλέον περίεργο στην υπόθεση αυτή είναι ότι το βασιλικό ζεύγος Ηρώδη Αγρίππα και Βερνίκης, βρέθηκαν τυχαία ίσως, στην Καισάρεια και παρεχώρησαν μία επίσημο ακρόαση στον Παύλο. Την επομένη, ο Αγρίππας και η Βερνίκη με μεγάλη συνοδεία, πήγαν στην αίθουσα ακροάσεων, συνοδευόμενοι από όλες τις αρχές (Πράξεις 25 -23).

Προς τι τέτοια μεγαλοπρέπεια και τιμή για μία «κοινωνική» πληγή που παρακινεί τους Ιουδαίους σε όλον τον κόσμο να εξεγερθούν; Είναι μήπως ο Σενέκας ανακατεμένος σ’ αύτήν την υπόθεση; Δεν είναι παράξενο ένας βασιλιάς να συνδιαλέγεται κατ’ επανάληψη με τον «οικουμενικό ανατροπέα του» και να του λέει «αστειευόμενος», για «λίγο ακόμη και θα με έπειθες να με κάνεις χριστιανό» (Πράξεις 26, 28).

Ενώ η όλη δικαστική ατμόσφαιρα ήταν υπέρ του Παύλου, εκείνος έριξε το γάντι. Ζήτησε να δικαστεί από το αυτοκρατορικό δικαστήριο στην Ρώμη γιατί ήταν Ρωμαίος πολίτης. Τίτλος πολύ τιμητικός που τον είχαν απονήμει στον πατέρα του ή σε αυτόν; Για εξαίρετες υπηρεσίες στην Ρώμη.

Το ζήτησε αυτό γιατί είχε καταλάβει ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να ελευθερωθεί από ένα ανώτερο δικαστήριο και να βρεθή στην καρδιά της αυτοκρατορίας και να εφαρμόσει τα σχέδιά του. Ο Αγρίππας είπε στον Φαίστο: «Αυτός θα μπορούσε να ελευθερωθεί εάν δεν είχε προσφύγει με την έφεσή του στον Καίσαρα»(Πράξεις 26, 32).

Δηλαδή η έφεση του απέκλεισε την απελευθέρωσή του… Στην Ρώμη δεν γνώριζε μόνο τους Σενέκα, Πισόνε, Βούρο, Γάλβα, Επαφρόδιτο και τόσους άλλους από τον οίκο του Καίσαρος, ήταν σε επαφή επίσης και με άλλες σημαίνουσες προσωπικότητες που τους μνημονεύει στις επιστολές του: «Χαιρετίστε τους οικείους του Αριστόβουλου, χαιρετίστε τον συγγενή μου Ηρωδίωνα, και εκείνους του οίκου του Ναρκίσσου» (Ρωμαίους 16, 10-12).

Με αυτές τις προϋποθέσεις ο Παύλος μεταφέρθηκε στην Ρώμη. Το ταξίδι του ήταν μακρύ, περιπετειώδες και ναυάγησε αρκετές φορές (Πράξεις 27-28). Όταν το πλοίο προσάραξε σε μία νησίδα της Μάλτας, η φρουρά του φοβούμενη να μη δραπετεύσουν οι μεταγόμενοι, σκέφθηκε να τους σκοτώσει όλους. Αλλά ο εκατόνταρχος είχε οδηγίες να τον προστατεύει και να τον πάει οπωσδήποτε στην Ρώμη, δεν τους το επέτρεψε. Τρεις μήνες αργότερα ο Παύλος ήταν στην Ρώμη.

Και στην Ρώμη αρχίζει μία νέα σειρά παραδοξοτήτων που αφορούν την εκεί παραμονή του, περιορισμένος και σε αναμονή της κρίσεως του δικαστηρίου, περνάει τρία ολόκληρα χρόνια σε σπίτι που είχε ενοικιάσει, δέχεται όλους όσους ήθελε δίχως καμία απαγόρευση ή περιορισμό (Πράξεις 28, 30). Μέχρι σήμερα δεν έχει αποκαλυφθεί ποιός πλήρωνε το ενοίκιο και όλες τις δαπάνες διαβιώσεώς του. Με πλήρη ελευθερία προσκαλεί στο σπίτι του τους εξέχοντας Ιουδαίους που κατοικούσαν στην Ρώμη (Πράξεις 28, 17-20).

Αλλά οι Ιουδαίοι είχαν μεταφερθεί βιαίως στην Ρώμη, ήσαν μήπως οι σκλάβοι της «οικίας του Καίσαρος»; Ποιός είχε φροντίσει να τοποθετηθούν εκεί και τι εντολές είχαν πάρει; Γιατί ένας υπόδικος να θέλει να συναντά ειδικά αυτούς; Οι Πράξεις αναφέρουν ότι στους προσκεκλημένους του είπε ότι εκείνη την περίοδο ήταν αλυσοδεμένος εξ αιτίας «της ελπίδος του Ισραήλ».

Τι ακριβώς σήμαινε αυτή «η ελπίδα» ειδικά για τους συνομιλητές του, μήπως την ανάσταση των νεκρών ή την ανάσταση του λαού και του έθνους από τον ρωμαϊκό ζυγό; Δηλαδή όταν οι ταξιδιώτες προς τους Εμμαούς με επικεφαλής τον Παύλο, ομιλούν για τον Ιησού ότι αυτός ήταν το πεπρωμένο της απελευθερώσεως του Ισραήλ, εννοούσαν ότι θα κληρονομούσαν τον παράδεισο;

Όταν ο Παύλος λέει στους Ιουδαίους ότι πάει να δικαστή εξ αιτίας της «ελπίδος του Ισραήλ» δεν είναι σαν να τους έλεγε ότι είναι ένας Ζηλωτής κρατούμενος; Ένα ακόμη παράξενο στοιχείο, όταν οι προύχοντες των Ιεροσολύμων εξοργισμένοι από όσα τους έλεγε τον καταδίκασαν με την ποινή του θανάτου, γιατί δεν τον λιθοβόλησαν όπως έκαναν με τον Στέφανο;

Τι είδους καταδίκη ήταν αυτή που δεν εκτελέστηκε; Οι Πράξεις αναφέρουν ότι οι Εβραίοι της Ρώμης δεν γνώριζαν τίποτε για την άφιξή του στην πόλη (28, 21) αγνοώντας ότι προηγουμένως αναφέρουν ότι τον περίμεναν στην είσοδο της Ρώμης με τιμές (28, 15). Επίσης αναφέρουν ότι έμεινε «φυλακισμένος» για δύο χρόνια.

Η αυτοκρατορική δικαιοσύνη ήταν τόσο αργή; Και γιατί η περιγραφή διακόπτεται τόσο απότομα; Ο κραταιότατος Θεόφιλος δεν είχε την περιέργεια ή και την αγωνία να μάθη τι τέλος είχε ο Παύλος; (Ο Λουκάς ήταν μαθητής του Παύλου και τον ακολούθησε στο ταξίδι του από την Καισάρεια στην Ρώμη. Ο Θεόφιλος ήταν από την ανωτάτη κοινωνική τάξη και πολύ πλούσιος. Προσηλυτίσθηκε στον Χριστιανισμό από τον Λουκά και χάριν αυτού ο Λουκάς έγραψε το Ευαγγέλιό του και τις Πράξεις των Αποστόλων. Ο Θεόφιλος ήταν προστάτης του Παύλου και του Λουκά. Γιατί όμως απότομα αποσιωπάται από τα κείμενα και δεν ξαναβρίσκομε το όνομά του πουθενά;).

Όλες αυτές οι παράξενες συμπτώσεις μας οδηγούν να κάνουμε την «αμαρτωλή» σκέψη ότι ο Παύλος είχε σχέση με τον εμπρησμό της Ρώμης και γι’ αυτό φρόντισε να πάει στην Ρώμη, ενώ μπορούσε όπως είδαμε να ελευθερωθεί αφού η διεθνικότητά του ήταν το άλλοθί του. Μπορούμε να πούμε ότι οι άνθρωποί του που κατοικούσαν στην Ρώμη, τον είχαν «ελευθερώσει».

Γεγονός αναμφισβήτητο είναι ότι υπήρξε ένα προκαθορισμένο σχέδιο και θα ήταν εύκολο να οργανωθεί μία «φυγή» του μετά από τον πανικό που θα επακολουθούσε από τον εμπρησμό. Αλλά οι αλήθειες βγαίνουν δύσκολα και με το σταγονόμετρο, λόγω του γεγονότος ότι τα κείμενα της Καινής Διαθήκης έχουν αλλοιωθεί κατ’ επανάληψη για να εξυπηρετήσουν άνομους και δογματικούς σκοπούς των φανατικών.

Ο Παύλος δραπέτευσε και αναχώρησε εσπευσμένα για να κρυφτή στην Τροία, όπου και συνελήφθη σαν συνεργός και συνένοχος των εμπρηστών και μεταφέρθηκε κατεπειγόντως στην Ρώμη. Ο χρόνος της παρουσίας του Παύλου στην Ρώμη και ο εμπρησμός της συμπίπτουν και με την σιγή – απόκρυψη αυτού του τρομερού συμβάντος εκ μέρους των Πράξεων, είναι τυχαίο ή παράξενο και τι σημαίνει;

Διαβάζομε ένα μέρος από την τελευταία επιστολή του, που έστειλε από την Ρώμη στον φίλο του Τιμόθεο που βρισκόταν στην Έφεσο. (Δευτέρα προς Τιμόθεο 1, 3-8): «Δοξάζω τον Θεό γιατί τον υπηρέτησα πάντοτε με αγνή συνείδηση όπως οι πρόγονοί μου… Δεν ντρέπομαι για το μαρτύριο του Κυρίου μας ούτε και για μένα που είμαι αλυσσοδεμένος για εκείνον».

Εδώ διασαφηνίζει ότι η πίστη του στον Θεό είναι αυτή που διδάχτηκε από τους προγόνους του και ότι ο Θεός είναι ο προστάτης και ελευθερωτής του εβραϊκού λαού. Από τον Τιμόθεο ζητεί να μη ντρέπεται για τον Ιησού που καταδικάσθηκε σαν πολιτικός εγκληματίας και να μην ντρέπεται ούτε και για εκείνον που βρίσκεται «αλυσοδεμένος» στην Ρώμη. Γιατί μπορεί ένας πιστός μαθητής να ντρέπεται για τον δυστυχούντα μεγάλο διδάσκαλό του;

Ποιά υπήρξε η πραγματική κατηγορία που του απαγγέλθηκε κατά την δευτέρα σύλληψή του στην Ρώμη, που έκανε τους μαθητές και τους συνεργάτες του να ντρέπονται; Αποκαλύπτεται δια βραχέων. Πρέπει αυτός να ήταν ο λόγος για τον οποίον τον εγκατέλειψαν ο Φίγγελος, ο Ερμογένης, όλοι της Ασίας, ο Δήμος, ο Κρεσσέντε και άλλοι ενώ ο Αλέξανδρος ο Χαλκουργός, του προξένησε πολλά δεινά (1, 15-4, 9-16).

Όμως ποιά δεινά; Λέει ότι τον εγκατέλειψαν μετά την πρώτη απολογία του. Δηλαδή τα άτομα που τον εγκατέλειψαν ήσαν και οι μάρτυρες υπερασπίσεώς του, που τους είχε πάρει μαζί του από την Καισάρεια στην Ρώμη. Πως λοιπόν δεν αναφέρονται στις πράξεις κατά την περιγραφή του ναυαγίου;

Η φράση «η πρώτη μου απολογία» έχει προστεθεί (ως συνήθως) από κάποιον μεταγενέστερα. Όταν για τον Παύλο όλα πήγαιναν καλά, δηλαδή του είχαν επιτρέψει να ενοικιάσει σπίτι, να δέχεται ελεύθερα όποιον ήθελε και να απολαμβάνει μία ελευθερία πρωτόγνωρη για έναν υπόδικο, πως και αλλάζουν έτσι απρόοπτα τα πράγματα και σώζεται από το στόμα του λέοντος; (4 – 17).

Εφ’ όσον ήταν Ρωμαίος υπήκοος δεν μπορούσε να γίνει βορά των λεόντων, γιατί όμως κάνει μνεία μία τέτοια ανακρίβεια; Ενώ ο συντάκτης-τες των πράξεων είναι τόσο ακριβολόγοι, για όλες τις συλλήψεις του Παύλου, γιατί το αποσιωπούν αυτό; Μετά τον εμπρησμό εγκατέλειψε τον περιορισμό και έφυγε αμέσως κρυφά για την Τροία, εκεί κρύφτηκε στο σπίτι του Κάρπου.

Ότι τις φωτιές τις έβαλαν οι χριστιανοί και ότι αρχηγός τους ήταν ο Παύλος, έγινε δεκτό από την διοίκηση αμέσως. Έτσι ενήργησαν κεραυνοβόλα και με βίαιο τρόπο τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στην Ρώμη. Να γιατί εγκαταλείφτηκε από φίλους και συντρόφους.

Ο Παύλος παρακαλεί να έλθει στην Ρώμη ο Τιμόθεος, και να του φέρει και τον χιτώνα του (4 – 13). Κατά τις πράξεις και τις επιστολές του, έχουν περάσει τουλάχιστον δέκα χρόνια από την διαμονήν του στην Έφεσο με τον Τιμόθεο. Πως δικαιολογείται και τι συμβαίνει και μετά τόσα χρόνια θυμάται τα έντυπά του και τον χιτώνα που ήταν παρατημένα τόσον καιρό;

Ας θυμηθούμε για λίγο, τον Σουητώνιο που αναφέρει ότι πολλοί και αξιόλογοι άνθρωποι έβλεπαν διάφορα άτομα να κρατούν αναμμένους δαυλούς, δεν επενέβησαν όμως, γιατί όλοι αυτοί ήσαν σκλάβοι του αυτοκράτορος. Κατά τύχη ίσως ήταν «οι άγιοι του Αυτοκρατορικού οίκου» (Φιλιππησίους 4, 22). Μέχρι σήμερα έχουν καταφέρει να πείσουν την πλειοψηφία του κόσμου ότι την φωτιά την έβαλε ο «παράφρων» Νέρων που ήταν παθιασμένος με την ποίηση.

Διέδωσαν με επιτυχία ότι έκαψε την Ρώμη για να δη πως τάχα καιγόταν η Τροία και να εμπνευσθή και εκείνος ένα ποίημα αριστούργημα, όπως ο Όμηρος την Ιλιάδα Άρα ο Όμηρος, κατά τους χριστιανούς του 64 μ.κ.ε., είχε παραστεί αυτόπτης μάρτυς του εμπρησμού της Τροίας. Πόσα στοιχεία μας έχουν στερήσει …

Όμως είναι γνωστό ότι οι πρώτοι που έσκαβαν τον λάκκο του Νέρωνος ήταν η ίδια του η μάνα και ο πλέον έμπιστος, ο δάσκαλός του ο Σενέκας. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι χριστιανοί έκαψαν κατ’ επανάληψη την Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας, δύο φορές την Αγία Σοφία, ότι σκότωσαν με τον πλέον βάρβαρο και ειδεχθή τρόπο και έκαψαν το σώμα της μεγάλης Αλεξανδρινής φιλοσόφου και μαθηματικού Υπατίας.Και τέλος ότι επί αιώνες, μαυροφορεμένες φιγούρες (στην αρχή ήσαν Εβραίοι, που με την πάροδο του χρόνου είχαν μετεξελιχθεί με τον προσηλυτισμό σε όργανά τους οι Χριστιανοί, γιατί διατηρούσαν ένα βαθύ μίσος κατά των Ελλήνων, των Ρωμαίων και των έργων του πολιτισμού των), περιφερόταν στον ευρύ ελληνικό χώρο, έχοντας στο ένα χέρι δαυλούς και στο άλλο σφυριά, έκαιγαν και έσπαζαν κάθε τι το ελληνικό –ειδωλολατρικό κατ’ αυτούς.

Ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος αναφέρει ότι ο εμπρησμός της Ρώμης έγινε τον Ιούλιο του 64 και ότι την ημέρα αυτή ο Νέρων απουσίαζε γιατί ήταν στην γενέτειρά του, το Άντζιο. Αλλά από τις μυστικές επιστολές του Σενέκα διαβάζουμε ότι η πυρπόληση ξέσπασε τον Μάρτιο του 64.

Το ποιός λέει την αλήθεια, συμπεράνετέ το εσείς αγαπητοί αναγνώστες. Γνωρίζομε ότι τον Μάρτιο του 64, ο φίλος και συνεργάτης του Παύλου Μαναήν ο οποίος ήταν σύντροφος του Ηρώδου του Τετράρχου ( Πράξεις 13, 1-2) κήρυξε την επανάσταση κατά των Ρωμαίων. Λοιπόν πότε κάψανε την Ρώμη; Ασφαλώς τον Μάρτιο του 64. Μπορούμε να δεχθούμε ότι ο Τάκιτος το λησμόνησε;

Όχι μετ’ επιτάσεως, γιατί κάποιο χέρι (όπως τόσες άλλες φορές) διόρθωσε το κείμενο του Τάκιτου, ούτως ώστε η εβραϊκή εξέγερση να μη συμπέσει με τον εμπρησμό της Ρώμης. Γιατί αρχηγός της εξέγερσης ήταν ο Μαναήν. Όταν όμως «διόρθωναν» τον Τάκιτο, οι πλαστογράφοι αγνοούσαν τα γραπτά του Σουητώνιου, κατά τα οποία ο Νέρων τον Ιούλιο του 64 βρισκόταν στην Ολυμπία για να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς αγώνες. Είναι γνωστό ότι ετελούντο ανά τετραετία και κατά τον μήνα Ιούλιο.

Τέλος δε, από τα πλέον παράδοξα είναι ότι ο φίλος του Παύλου Λουκάς, που τον συνόδευσε από την Καισάρεια έως την Ρώμη και παρέμεινε μαζί του όλον τον χρόνο, δεν αυτοαναφέρεται στις Πράξεις, που είναι δικό του έργο, αλλά ούτε πουθενά αλλού, γιατί όλα αυτά αποσιωπούνται; Η μήπως αφαιρέθηκαν;

{Διάβασε επίσης προσεκτικά: Οι Φονικοί Μονοθεϊσμοί και Η Ρωμαϊκή Συνομωσία για την Εφεύρεση του Ιησού. επίσης Γιατί δεν είμαι χριστιανός: και Ο Αντίχριστος F.W.N. και Θρησκεία – Σύμπτωμα Οικουμενικής Διανοητικής Διαταραχής; και Η Ελευθερία σε Κίνδυνο από τους θεϊστές και επίσηςΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Νεοπλατωνικός Κατά Χριστιανών}

Κλείνοντας αυτήν την έρευνα-μελέτη των αναμφισβήτητων στοιχείων, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Παύλος είχε γαλουχηθεί από το «μεσσιανικό κίνημα», δηλαδή αυτό που οι Σικάριοι (μαχαιροβγάλτες-ζηλωτές) δεν κατόρθωσαν πριν κάποια χρόνια να επιτύχουν, ο Παύλος το εκτέλεσε με δογματικό – θρησκευτικό – φιλοσοφικό τρόπο και με αλληγορική μέθοδο και επιτηδειότητα, εμβολιάζοντας την Εβραϊκή χίμαιρα στην ελληνολατινική πραγματικότητα.

Ο Παύλος είναι ο φανατικός μεσσιανικός ζηλωτής που αγωνίστηκε για το εβραϊκό όραμα που συνίστατο στην απελευθέρωση του λαού του και την υποταγή όλου του κόσμου σ’ αυτόν διά του Γιαχβέ.

Ο Παύλος σαν καλός Φαρισαίος, ήταν ο εκφραστής, με κάθε μέσον, του καθαρού Εβραϊσμού. Ο Εβραϊσμός με τον Παύλο εκδικείται τον Ελληνισμό, εξ αιτίας της ανωτερότητός του σε όλους τους τομείς. Ο Εβραϊσμός πάντοτε μισούσε και υπολόγιζε σαν μεγαλύτερο εχθρό του τον ελληνικό πολιτισμό και τις επιτεύξεις του, αυτό αποδεικνύεται από τα επίσημα γραπτά τους, τουλάχιστον από τον 7ο αιώνα π.Κ.Ε.Γιατί η δύναμη του Ελληνισμού βασίζεται στην γνώση, στην ελευθερία του πνεύματος και της συνειδήσεως και όχι σε μία τυφλή πίστη. Όταν οι Εβραίοι μιλούσαν για παγανιστές και ειδωλολάτρες, εννοούσαν τους Φιλισταίους-Έλληνες, τον πολιτισμό τους και τις φιλοσοφικο-θρησκευτικές αντιλήψεις των.Ο Παυλισμός δεν είναι ο πρώτος ιδεαλιστικός Χριστιανισμός. Ο Παύλος πρόδωσε, πλαστογράφησε και αλλοίωσε τον Χριστό και δεν θα είχε επιβληθεί στον ελλαδικό τουλάχιστον χώρο, εάν οι Ρωμαίοι δεν είχαν υποδουλώσει, μόνον διά των όπλων, τους Έλληνες.

Η εβραϊκή επικράτηση ήταν τηλε-εντελόμενη, ο Παύλος έπαιξε τον ρόλο της ωρολογιακής βόμβας στα θεμέλια του Ελληνισμού και του πολιτισμού των. Αυτόν τον ελληνικό πολιτισμό και το αδάμαστο πνεύμα του, που ελεύθερο και άσπιλο θαυμάστηκε, όπως αναφέρουν, από τον Ιησού, ο Παύλος τον ρύπανε.

Και κάτι σημαντικό, ο Παύλος λανσάρισε και δημιούργησε την νέα εβραϊκή αίρεση, η οποία πρέπει να ονομάζεται Παυλισμός και όχι Χριστιανισμός. (Αμφότεροι όμως –ισμοι – παγ(ι)ωμένοι δηλ. ΝΕΚΡΑ)

© Ελευθέριος Διαμαντάρας

Ερευνητής – Μελετητής / Ιστορίας – Φιλοσοφίας 

..............................................










Ιησούς Χριστός (~4 π.Χ. - ~30 μ.Χ.)
 THE MYTH IS COLLAPSING!

Dear Friends and fellow Hellenes, please stop showing your ignorance by attacking and undermining the good name and reputation of our ancestors!

Please stop making cheap claims about their so-called permissive attitude toward their supposedly sexuality and allegedly unethical social life etc.

The modern (last 150 years or more) gay and pedophile writers to justify their sexuality lifestyle - choice, deliberately promoted the idea that supposedly in ancient Greece, homosexuality and pedophilia was accepted and a common way of life.

Also, the Judaeo-Christian Church did the same thing in this regard, and in general Judaeo-Christians in their efforts to make Christianity the religion of the people, invented deliberately the view and the tale that the ancient Greeks lived in sin! "The sin that they themselves invented, along with the supposed miracles, the miraculous icons and the miraculous relics/bones of the saints, etc".

To accomplish this objective, they first had to destroy a major obstacle in their path, the Hellenic Civilization and culture that were founded on “positive thinking, logic and reasoning."
And they chose this cunning and wicked way to undermine and degrade the Hellenic social life and "Hellenic Civilization and Culture". Shame on them!!!

Our ancestors must be respected for the great legacy they left us with!!! 

Michael Roussos - Ancient Greek Laws
Finally to emphasize that: The legal provisions regulating various forms of homosexual behavior can be grouped under three headings:
A) Laws related to prostitution. 

B)Laws relating to education and courtship.
C) General provisions relating to sexual abuse.

Constantine Stathatos
Homosexuals in the Greece of our ancestors would not have been allowed to hold positions in any public office! Punishment for sexual child molestation was the death sentence!

Please read the book titled, "Homosexuality in Ancient Greece"

MYTH IS COLLAPSING

Adonis Ath. Georgiadis.

You will see how wrong and unfair many foreign writers were in their research about our ancestors. We confirm that we have every reason to be extremely proud of our illustrious ancestors!!!

Ο ΜΥΘΟΣ ΚΑΤΑΡΡΈΕΙ - THE MYTH IS COLLAPSING!

Αγαπητοί φίλοι και συνάδελφοι 'Ελληνες, παρακαλώ σταματήσετε να δείχνετε την άγνοια σας με το να επιτίθεστε και να υπονομεύετε το καλό όνομα και τη φήμη των προγόνων μας!

Παρακαλώ σταματήστε να κάνετε φθηνούς ισχυρισμούς σχετικά με τη λεγόμενη ανεκτική στάση απέναντι στη δήθεν σεξουαλικότητα και την δήθεν ανήθικη κοινωνική ζωή τούς κτλ.

Οι σύγχρονη (τα τελευταία 150 χρόνια) ομοφυλόφιλοι και παιδαριστές συγγραφεις για να δικαιολογήσουν την υδαιοτερότητα τους, προβάλαν επίτηδες την ιδέα ότι δήθεν στην αρχαία Ελλάδα, η ομοφυλοφιλία και η παιδεραστία ήταν δεχτός και συνηθισμένος τρόπος ζωής. 

Επίσης η Εβραίο-Χριστιανική Εκκλησία έκανε τα ίδια στο θέμα αυτό, και γενικά ο Εβραίο-χριστιανισμός στη προσπαθεια τους να υποβάλουν των χριστιανισμό στους λαούς, εφευρεσαν και προβάλαν σκόπιμα το παραμύθι ότι η 'Ελληνες ζούσαν στην αμαρτία! «Την αμαρτία που οι ιδιοι κατασκεύασαν, μαζί με τα δήθεν θαύματα τους, τις θαυματουργικές εικονες και τα θαυματουργικά λείψανα των αγίων τους κλπ».

Για να καταφέρουν αυτό τον στόχο τους, θα έπρεπε πρώτα να γκρεμίσουν ενα μεγάλο εμπόδιο, τον Ελληνικό Πολιτισμό που βασίζονταν επάνω στην «θετική σκέψη, λογική και αιτιολογία».
Και επέλεξαν με αυτό τον πονηρό τρόπο να υπονομεύσουν και να υποβαθμίσουν την ελληνική κοινωνική ζωή και τον «Ελληνικό Πολιτισμό». Ντροπή τους!!!

Οι πρόγονοί μας πρέπει να γίνονται σεβαστοί για την μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησαν!!!

Μιχαήλ Ρούσσος
Τέλος να τονίσουμε ότι: Οι νομικές διατάξεις που ρυθμίζουν τις διάφορες μορφές ομοφυλόφιλης συμπεριφοράς μπορούν να ενταχθούν σε τρεις κατηγορίες: 
Α) Νόμοι που αφορούν την πορνεία 
Β) Νόμοι που αφορούν στην εκπαίδευση και την ερωτοτροπία 
Γ) Γενικές διατάξεις που σχετίζονται με την σεξουαλική κακοποίηση.

Κωνσταντίνος Σταθάτος
Οι ομοφυλόφιλοι στην Ελλάδα των προγόνων μας δεν μπορούσαν να είχαν κανένα αξίωμα και δεν μπορούσαν καν να κυκλοφορήσουν στους δρόμους!!Η τιμωρία για σεξουαλική παρενόχληση παιδιών ήταν η θανατική καταδίκη!!

Παρακαλούμε διαβάστε το βιβλίο με τον τίτλο, "Η ομοφυλοφιλία στην ΑΡΧΑΊΑ ΕΛΛΆΔΑ"

Ο ΜΥΘΟΣ καταρρέει

του Αδόνη Αθ.. Γεωργιάδης.

Θα δείτε πόσο λάθος και άδικο πολλοί ξένοι συγγραφείς έχουν κάνει στην έρευνά τους για τους προγόνους μας. Θα επιβεβαιώσετε, ότι έχουμε κάθε λόγο να είμαστε εξαιρετικά υπερήφανοι για τους λαμπρούς προγόνους μας.


Για τη ζωή του Ιησού δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες, εκτός των Ευαγγελίων, τα οποία όμως, όπως όλα τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δεν θεωρούνται έγκυρα ιστορικά συγγράμματα. Αλλά ακόμα και ανώτεροι εκκλησιαστικοί παράγοντες υποβαθμίζουν τη σημασία των Ευαγγελίων, αναφέροντας ότι: «Πηγή της πίστεώς μας δεν είναι τα Ευαγγέλια... αλλά η αποκαλυπτική αλήθεια... όπως καθορίστηκε και οριοθετήθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους» (μητροπολίτης Ναυπακτίας Ιερόθεος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/4/2006).  Αυτό σημαίνει ότι τίποτα σταθερό (γραπτό) δεν υπάρχει, παρά τις συνεχείς αναφορές σε λόγια που είπαν ο Ιησούς, ο Παύλος, ο Πέτρος κλπ. Για κάθε εποχή ισχύει λοιπόν αυτό που επιβάλλει η συγκυρία και εξυπηρετεί τον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Έτσι, «η χριστιανική πίστη προσαρμόζεται στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής» (προμετωπίδα θεολογικής Σχολής Πανεπ. Αθήνας) - τουτέστιν ο ορισμός του καιροσκοπισμού.
Οι ιστορικές πηγές
Οι λιγοστές πληροφορίες από εξωβιβλικές πηγές, όπως τα έργα των Σουητώνιου, Ιώσηπου και Τάκιτου ή το Ταλμούδ, δεν είναι σύγχρονες του Ιησού και αναφέρονται έμμεσα σ' αυτόν, χωρίς να δίνουν αξιόλογες πληροφορίες, κυρίως όμως, θεωρούνται πολύ αμφίβολης εγκυρότητας.
Καταρχάς, ο Φίλων ο Αλεξανδρινός (Philo Alexandrinus, ~20 π.Χ.- 54 μ.Χ.), Εβραίος φιλόσοφος με θαυμασμό προς τον ελληνικό πολιτισμό, ο οποίος είχε ενεργό ρόλο εκπροσώπησης των Εβραίων στη Ρώμη, έγραψε σημαντικά ιστορικά και φιλοσοφικά έργα, αλλά δεν αναφέρει τίποτα για τον Ιησού και τη διδασκαλία του, ενώ περιγράφει στα έργα του μέχρι και ασήμαντες λεπτομέρειες από τη ζωή των Ιουδαίων της εποχής του.
Επίσης ο Τιβέριος Αλέξανδρος (Tiberius Iulius Alexander, ~10- ~70μ.Χ.), που ήταν στρατιωτικός και διοικητικός εκπρόσωπος της Ρώμης στην Ιουδαία και ανώτερος άρχοντας των Ιουδαίων στην Αίγυπτο, ανιψιός του προαναφερθέντος Φίλωνα, και επίσης συγγραφέας της ιουδαϊκής ιστορίας, δεν αναφέρει στα έργα του τίποτα απολύτως για κάποιον Ιησού που συγκινούσε τον κόσμο, τη θρυλούμενη ανάστασή του και πιθανούς οπαδούς του.
Εδώ συμβαίνουν κοσμοϊστορικά γεγονότα που ανατρέπουν τους νόμους της φύσης και της λογικής, όπως τα περιγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (27.50-54): «ο δε Ιησούς κράξας αφήκε το πνεύμα. Και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη... και η γη εσείσθη και οι πέτρες εσχίσθησαν» και ο Φίλων με τον ανιψιό του, δεν αντελήφθησαν τίποτα. Και πέραν αυτού: «τα μνημεία άνοιξαν και πολλά σώματα των νεκρών αγίων ηγέρθησαν και εξελθόντες εκ των μνημείων μετά την έγερση (ανάσταση) αυτού (του Ιησού) εισήλθαν εις την άγια πόλη και ενεφανίσθησαν σε πολλούς». Δηλαδή, κυκλοφορούσαν «άγιοι» της (χριστιανικής;) θρησκείας και κανείς δεν τους συνάντησε, έστω τον Αβραάμ και τον Μωυσή ή κάποιους άλλους.
Αν πράγματι είχαν συμβεί επί των ημερών του οι πολλαπλές και μαζικές συναθροίσεις «πιστών» ή περίεργων, αν είχαν συμβεί τα ιαματικά και διατροφικά θαύματα που περιγράφονται στα Ευαγγέλια, αν είχαν αναστηθεί «άγιοι» άνθρωποι, σίγουρα θα υπήρχε κάποια αναφορά στα συγγράμματα του Φίλωνα και του Τιβέριου. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, είτε δεν συνέβη τίποτα από αυτά, είτε διαδίδονταν τέτοια γεγονότα τόσο συχνά και από τόσους πολλούς θαυματοποιούς δάσκαλους, ώστε να μην θεωρούνται, έστω και ως ασήμαντα περιστατικά, άξια αναφοράς.
Ο Ιώσηπος Φλάβιος (Josephus Flavius, 37-100 μ.Χ.), στρατιωτικός και ιστορικός με αριστοκρατική καταγωγή και θρησκευτική μόρφωση, έζησε στην Παλαιστίνη και αιχμαλωτίστηκε (67 μ.Χ.) από τους Ρωμαίους στον ιουδαϊκό πόλεμο που κατέληξε στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ.) Στα βιβλία του «Πόλεμος των Ιουδαίων» και «Ιουδαϊκές Αρχαιότητες» περιγράφει ο Ιώσηπος με λεπτομέρειες διάφορα περιστατικά από την απώτερη και πρόσφατη ιστορία του λαού του, αναφέρεται σε διάφορες εβραϊκές αιρέσεις κτλ., δεν κάνει όμως καμιά αναφορά σε χριστιανούς. Σε κάποιο σημείο των «Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων» αναφέρεται όμως απρόσμενα και μάλλον επαινετικά στη δραστηριότητα και τα θαύματα του Ιησού, τον οποίο αποκαλεί «μεσσία». 
Οι θρησκευτικά αδέσμευτοι Ιστορικοί, κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Ιώσηπος ήταν πιστός στην ιουδαϊκή θρησκεία και διέθετε βαθιά μόρφωση για θρησκευτικά και ιστορικά θέματα, συνάγουν το συμπέρασμα ότι η αναφορά του Ιώσηπου στον Ιησού οφείλεται σε μεταγενέστερη προσθήκη στο έργο του (βλέπε και Εκκλησιαστικό Λεξικό Bautz). Αυτό ενισχύεται κι από το γεγονός ότι ο Ωριγένης (3ος αιώνας), πατέρας της χριστιανικής εκκλησίας, κατηγορεί σε κείμενό του τον Ιώσηπο ότι δεν δέχεται πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος μεσσίας της ιουδαϊκής θρησκείας. Αντίθετα, ο Ευσέβιος που έζησε τον 4ο αιώνα, θεωρεί δεδομένη την αναφορά του Ιώσηπου στον Ιησού ως μεσσία. Έτσι συμπεραίνεται ότι η προσθήκη στα γραπτά του Ιώσηπου έγινε εκείνο το χρονικό διάστημα. 
Το Ταλμούδ αναφέρεται στον Ιησού σε κεφάλαιο που γράφτηκε τον 3ο αιώνα, τον ονομάζει όμως τις πιο πολλές φορές Μπεν Σταντά ή Μπεν Παντιρά και τον συνδέει με πρόσωπα και περιστατικά που συνέβησαν περίπου 100 χρόνια πριν από αυτά που αναφέρονται στα Ευαγγέλια. Την εποχή που γράφτηκε αυτό το μέρος του Ταλμούδ υπήρχε όμως ήδη εξάπλωση του Χριστιανισμού και γι' αυτό είναι ανεξήγητη η αντίφαση. Πιθανολογείται λοιπόν ότι στο Ταλμούδ καταγράφηκαν όχι οι «επίσημες» χριστιανικές απόψεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμα, αλλά εκείνες κάποιας από τις πολλές χριστιανικές κοινότητες που είχαν δημιουργηθεί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. 
Ο διακεκριμένος στωικός φιλόσοφος Σενέκας που έζησε τον 1ο χριστιανικό αιώνα, αν και εκφράζει στα έργα του φιλοσοφικές απόψεις που δεν διαφέρουν σημαντικά από αυτές του χριστιανισμού και γι' αυτό επαινείται από τους πατέρες Τερτυλλιανό και Ιερώνυμο, δεν κάνει στα έργα του καμία αναφορά στον Ιησού και στους χριστιανούς, παρότι σχολιάζει επιπτώσεις στην πολιτική της Ρώμης από διάφορα σημαντικά και ασήμαντα γεγονότα της εποχής. Γι' αυτό πιθανολογείται ότι, αυτό που καθιερώθηκε αργότερα ως «χριστιανική διδασκαλία», έχει εμπλουτιστεί, μεταξύ άλλων, με υλικό από τη φιλοσοφία του Σενέκα και όχι ότι ο Σενέκας απηχεί τις, έτσι κι αλλιώς ακόμα αδιαμόρφωτες, χριστιανικές απόψεις. 
Ο ιστορικός Τάκιτος (Publius Cornelius Tacitus, ~56-115/120), για τον οποίο υπάρχουν μόνο διάσπαρτες πληροφορίες, αναφέρεται στο βιβλίο του «Χρονικά» με εχθρικό ύφος στους χριστιανούς, πράγμα που σημαίνει ότι κατά το δεύτερο χριστιανικό αιώνα είχαν ήδη συγκροτηθεί και ήταν υπολογίσιμες οι ομάδες οπαδών του χριστιανισμού, οι οποίοι διαμόρφωσαν σταδιακά και την ιστορία του Ιησού. Τα κείμενα του Τάκιτου που γνωρίζουμε σήμερα, είναι αντίγραφα που έγιναν από μοναχούς, στο διάστημα 9ος-11ος αιώνας μ.Χ. και από τα συγγράμματα αυτά λείπει η εξιστόρηση των γεγονότων της περιόδου από το έτος 28 μέχρι το έτος 34 μ.Χ., δηλαδή μιας πολύ σημαντικής περιόδου για το χριστιανισμό. 'Αρα, δεν είναι διαθέσιμη κάποια έγκυρη έκδοση αυτών των κειμένων. Πιθανόν μέρος των χειρογράφων του Τάκιτου να είχε καταστραφεί ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, επειδή οι περιγραφές του δεν ταίριαζαν στις μυθοπλασίες που διαμορφώθηκαν στα πλαίσια της συγκροτούμενης θρησκείας. 
Ο Σουητώνιος (Gaius Tranquillus Suetonius, 75-160) που ήταν σύγχρονος του Τάκιτου, περιγράφει διωγμούς χριστιανών από τον Νέρωνα και τους αναφέρει περιφρονητικά ως «είδος ανθρώπων που είχαν προσηλωθεί σε κάποια καινούργια και βδελυρή δεισιδαιμονία». Επίσης στο έργο του «Κλαύδιος» αναφέρεται ο ιστορικός στην «...υποκίνηση των Εβραίων από κάποιον Χρηστό ...» Αυτό δεν αποτελεί βέβαια μαρτυρία για την ιστορική παρουσία, του Ιησού αλλά καταγραφή πληροφοριών. Το γεγονός όμως ότι ο άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας και γραμματικής Σουητώνιος έγραψε Χρηστός (που ήταν τότε όνομα δούλων, χρήσιμος, καλός) αντί του Χριστός (χρισμένος), έχει δώσει λαβή σε υποψίες ότι αυτή η φράση προστέθηκε μεταγενέστερα από ανθρώπους του εκκλησιαστικού μηχανισμού με ελλιπή παιδεία.
Αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαιτέρως είναι το γεγονός ότι, τόσο ο βιογράφος, ιστορικός και δοκιμιογράφος Πλούταρχος που έζησε στο διάστημα 50-120 μ.Χ., όσο και ο ιστορικός και περιηγητής Παυσανίας που έζησε περίπου από το 110-115 μ.Χ. έως περίπου το 180 μ.Χ., οι οποίοι γνώριζαν άριστα τον ελληνόφωνο χώρο και περιγράφουν ιστορικά, πολιτικά, πολιτισμικά και θρησκευτικά θέματά του, δεν κάνουν καμία αναφορά, ούτε για χριστιανούς, ούτε για τον αρχηγός τους, οι οποίοι, σύμφωνα με την καθιερωμένη μυθοπλασία, προσέλκυαν μεγάλους αριθμούς νέων πιστών...
Στο χάρτη της εικόνας που περιέχεται σε σχολικά βιβλία και άλλα χριστιανικά έντυπα, φαίνεται ότι περί τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ. είχαν εκχριστιανιστεί όλη η Μικρά Ασία και μεγάλα τμήματα της Ελλάδας και της Παλαιστίνης. Κι όμως οι δύο οξυδερκείς παρατηρητές των κοινωνιών και της ιστορίας τους δεν παρατήρησαν ή δεν σημείωσαν οτιδήποτε σχετικό. Το πιθανότερο είναι λοιπόν ότι οι χριστιανικές ομάδες ήταν ολιγάριθμες και χωρίς αξιόλογη προσέλευση και πήραν έκταση με την κρατικοποίηση αυτής της θρησκείας και την επιβολή της ως μοναδικής και υποχρεωτικής στα τέλη του 4ου αιώνα.
Αναφορές στον Ιησού γίνονται σε επιστολή ενός Πόπλιου Λεντούλου (Publius Lentulus) που αναφέρεται σε μεταγενέστερα κείμενα ως Ρωμαίος στρατιωτικός διοικητής στην Ιερουσαλήμ. Η επιστολή αποτελεί αναφορά προς τη Γερουσία της Ρώμης και στον Τιβέριο που ήταν αυτοκράτωρ στα έτη 14 - 37 μ.Χ. και περιλαμβάνει φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του Ιησού, όπως το μέτριο ανάστημά του (statura procerus, mediocris et spectabilis), το χρώμα των μαλλιών του κ.ά. Η επιστολή αυτή εμφανίστηκε πρώτη φορά κατά το 13ο αιώνα στη Ρώμη ως ανακαλυφθείσα ανάμεσα σε διάφορα χειρόγραφα και φυσικά αντιμετωπίστηκε με καχυποψία.
Ήδη το γεγονός ότι αναφέρονται στο κείμενό της χαρακτηρισμοί, όπως «προφήτης της αλήθειας», «υιός του θεού» και «Ιησούς Χριστός» δείχνουν ότι πρόκειται για αυθαίρετη κατασκευή, δεδομένου ότι οι δύο πρώτοι όροι προέρχονται από την εβραϊκή θρησκεία και δεν είχε λόγο να τους χρησιμοποιεί ένας Ρωμαίος αξιωματικός, η δε ονομασία Χριστός για τον Ιησού είναι ιστορικά μεταγενέστερη και δεν είναι δυνατόν να είχε χρησιμοποιηθεί σε ανύποπτο χρόνο. Η σύγχρονη «Καθολική Εγκυκλοπαίδεια» αναφέρει ότι Ρωμαίος διοικητής με τέτοιο όνομα δεν υπήρξε ποτέ στην Ιουδαία και δέχεται ότι η επιστολή αυτή είναι χαλκευμένη. 
Πέρα από αυτές τις (αμφιλεγόμενες) αναφορές, δεν υπάρχει κάποια ιστορική περιγραφή της ζωής του Ιησού. Ακόμα και η ημερομηνία γεννήσεώς του, δεν είναι γνωστή, παρότι ακριβώς αυτό το έτος γεννήσεως έχει καθοριστεί ως η αρχή της σύγχρονης χρονολογήσεως. Το έτος γεννήσεως του Ιησού εκτιμάται ότι βρίσκεται μεταξύ τού 7 και του 3 π.Χ. Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γεννήσεως δεν έχει σχέση με τον Ιησού, αλλά ταυτίζεται με την ημέρα γεννήσεως του προχριστιανικού «θεού ήλιου» Μίθρα, με ρωμαϊκές εορταστικές εκδηλώσεις για τον «αήττητο ήλιο» (dies natali invicti), καθώς επίσης τα ελληνικά Κρόνια (θεός Κρόνος), τα Διονύσια (θεός Διόνυσος) και τα Θεοφάνια-Επιφάνια για τον ηλιακό θεό Φοίβο-Απόλλωνα (Δ. Σιμόπουλος). Σύμφωνα με τον πάπα Γρηγόριο Α' (~540 - 604) η ταύτιση της άγνωστης ημέρας γέννησηςς του Ιησού με την 25η Δεκεμβρίου έγινε «για να μετατραπούν βαθμιαία οι εορτές των εθνικών σε χριστιανικές». Στη χριστιανική Ρώμη καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως εορτή τής γεννήσεως το έτος 354, στην Κωσνταντινούπολη το 379 και στην Αντιόχεια το 388. 
Οι Ιστορικοί εκτιμούν ότι τα αναγραφόμενα στα Ευαγγέλια και τις υπόλοιπες γραφές, εφόσον δεν είναι μεταγενέστερες προσθήκες και προσαρμογές, αποτελούν σύμπτυξη ιστοριών από τη ζωή και τις δραστηριότητες πολλών δεκάδων θεοτήτων και θαυματοποιών διδασκάλων (βλέπε και επόμενα), οι οποίοι έζησαν και δίδασκαν στην Παλαιστίνη εκείνους τους αιώνες και θεωρούσαν τον εαυτό τους προφήτη και μεσσία. Ένας ή περισσότεροι από αυτούς πιθανόν να ονομάζονταν Ιησούς, όνομα που ήταν σύνηθες εκείνη την εποχή στην περιοχή. Κατά μία εκδοχή, μάλιστα, είναι πιθανόν να ταυτίζεται η δραστηριότητα του ευαγγελικού Ιησού με εκείνη του Ιωάννη του βαπτιστή. 
Για τα χρόνια από τη γέννηση μέχρι τη δημόσια εμφάνιση του Ιησού, η οποία τοποθετείται σύμφωνα με αναφορές στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο περί τα έτη 28-29, δεν υπάρχουν επίσης ιστορικά στοιχεία. Αναφορές για τη σταύρωση τού ευαγγελικού Ιησού ομοιάζουν με υπαρκτά γεγονότα που συνέβησαν κατά τα χρόνια διοίκησης του Πόντιου Πιλάτου (26-36). Η θανάτωση στο σταυρό επιβαλλόταν κατά το ρωμαϊκό ποινικό δίκαιο για πολιτικά εγκλήματα σε μη Ρωμαίους πολίτες. Η σταύρωση λοιπόν του Ιησού που εκτιμάται ότι έγινε στα έτη μεταξύ 29 και 31, πρέπει να είναι συνέπεια καταδίκης του για εξέγερση κατά της αυτοκρατορίας. 
Από τα προαναφερόμενα δεν συνάγεται η φυσική ανυπαρξία του Ιησού, δεδομένου ότι υπήρξαν εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι στον τότε γνωστό κόσμο, για τους οποίους σε καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρεται οτιδήποτε. Πολύ πιθανό είναι λοιπόν ότι ο Ιησούς υπήρξε ως φυσικό πρόσωπο, αλλά δεν θα έδωσε καμιά αφορμή, με συζητήσεις περί το άτομό του, με μαζικές συναθροίσεις προσώπων, με θαύματα κλπ. κλπ., ώστε να αναφερθούν σ' αυτόν οι Ιστορικοί της εποχής. Oπότε τίποτα από αυτά που μεγαλοποιούν τα ευαγγέλια δεν ευσταθεί.
Η ανύπαρκτη πόλη Ναζαρέτ
Ένα άλλο μυστήριο αποτελεί η πόλη Ναζαρέτ, από την οποία λέγεται ότι καταγόταν ο Ιησούς. Η προσαγόρευση Ναζωραίος για τον Ιησού αναφέρεται στην Καινή Διαθή δώδεκα φορές. Για παράδειγμα, στο Ματθαίος 2,23 αναγράφεται: «και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγόμενην Ναζαρέτ, όπως πληρωθεί το ρηθέν δια των προφητών, ότι Ναζωραίος κληθήσεται». Επίσης, στο σταυρό που θανατώθηκε υπήρχε η επιγραφή «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ιωάννης 19,19)! Πέρα απ' αυτό, ως Ναζωραίος αναφέρεται και ο ληξιαρχικός πατέρας του Ιησού, ο Ιωσήφ. Όμως μια πόλη της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα της Γαλιλαίας με το όνομα Ναζαρέτ δεν υπήρξε ποτέ πριν και κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού και παρουσιάζεται για πρώτη φορά μέσα από τα ευαγγέλια. Η πόλη αυτή φαίνεται να «ιδρύθηκε» από τους χριστιανούς θεολόγους. 
Στα ιστορικά έργα του Ιώσηπου Φλάβιου, ο οποίος ήταν αρχιστράτηγος των γαλιλαιϊκών στρατευμάτων στην εξέγερση κατά της Ρώμης και ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, συνελήφθη και κρατήθηκε αιχμάλωτος από το έτος 67 μ.Χ., δεν αναφέρεται πουθενά αυτή η πόλη, αν και τα στρατεύματά του στρατοπέδευαν στην περιοχή της σημερινής Ναζαρέτ. Κατά τις συγκρούσεις για την κατάληψη της γειτονικής πόλης Sepphoris, η οποία απείχε μερικά χιλιόμετρα από τον οικισμό που ονομαζόταν αργότερα Ναζαρέτ, έπρεπε να αποτελεί αυτή η Ναζαρέτ από στρατηγικής σκοπιάς σημείο οπισθοχώρησης ή στρατοπέδευσης των στρατευμάτων του. Μία πόλη Garis, 5 χλμ. νοτιοανατολικά της Sepphoris, που δεν υπάρχει πια και αναφέρεται πράγματι από τον Ιώσηπο (Βιβλίο 3, Κεφάλαιο 6,3) ως τοποθεσία του στρατοπέδου του, βρίσκεται ακριβώς στη θέση που υπάρχει η μεταγενέστερα αναφερόμενη Ναζαρέτ. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι μέχρι το 70 μ.Χ. δεν φαίνεται να υπήρχε κατ' όνομα μια πόλη Ναζαρέτ. 
Αλλά και στους προηγούμενους αιώνες, στην π.Χ. εποχή, πουθενά δεν υπάρχει αναφορά στην πόλη Ναζαρέτ. Στην Παλαιά Διαθήκη, η οποία αποτελεί την πολιτική και θρησκευτική ιστορία του ιουδαϊκού λαού, γίνεται αναφορά σε χιλιάδες πόλεις, χωριά και οικισμούς, πολλά ονόματα που έπαψαν να αναφέρονται κατά τη μεταγενέστερη εποχή. Όμως, σε κανένα σημείο της Π.Δ. δεν αναφέρεται κάποιος οικισμός που θα μπορούσε να ταυτιστεί κατ' όνομα ή λόγω ιστορικών γεγονότων με την πόλη που ονομάστηκε Ναζαρέτ. 'Αρα τυχόν εικασίες ότι μπορεί να υπήρχε παλαιότερα το όνομα Ναζαρέτ, να περιέπεσε για δεκαετίες ή και αιώνες στη λήθη και να επανήλθε αργότερα, δεν ευσταθούν. 
Το Ταλμούδ, μια συλλογή ιουδαϊκών νόμων που γράφτηκε μετά τα χριστιανικά ευαγγέλια (3ος αι.), αναφέρει πολλούς μικρούς και μεγάλους γαλιλαιϊκούς οικισμούς, αλλά ούτε μία φορά τη Ναζαρέτ. Γενικότερα, ουδείς ιστορικός ή άλλος συγγραφέας, πριν ή λίγο μετά τον Ιησού, αναφέρει ποτέ το όνομα αυτής της πόλης. Η μόνη «πηγή» που «ιδρύει» και περιγράφει τη Ναζαρέτ, είναι η χριστιανική παράδοση, στην οποία αναφέρεται ακόμα ότι εκεί υπήρχε και συναγωγή, άρα θα έπρεπε να είναι ένας μεγαλύτερος οικισμός και όχι μια μικρή ομάδα κατοικιών ή ένας σταθμός αγροτικής παραγωγής. Παραμένει λοιπόν ανεξήγητο, πώς είναι δυνατόν να υπήρχε στο σταυρό του Ιησού επιγραφή που αναφερόταν σε μια πόλη, η οποία δεν υπήρχε καν εκείνη την εποχή ή πριν από αυτήν. Και πώς αναφέρεται αυτή η πόλη στα ευαγγέλια που λέγεται ότι γράφτηκαν μέσα στον 1ο αιώνα αλλά δεν αναφέρεται στο Ταλμούδ που γράφτηκε δύο αιώνες αργότερα ...
Κατά μία «αιρετική» εκδοχή ο χαρακτηρισμός Ναζωραίος (ή αλλιώς Ναζηραίς ή Ναζηραίος) σήμαινε στα εβραϊκά ο κεχρισμένος. Επειδή όμως οι θεόπνευστοι πατέρες του χριστιανισμού δεν κατανοούσαν αυτή τη σημασία, νόμισαν ότι ήταν προσδιορισμός με τοπική-εθνική σημασία και «κατασκεύασαν» μια πόλη Ναζαρέτ. Τότε όμως, πώς αναφέρεται ο Ματθαίος στην πόλη Ναζαρέτ που κατοίκησε ο Ιησούς; Η μόνη δυνατή εξήγηση είναι ότι όλα αυτά προέρχονται από προσθαφαιρέσεις μεταγενέστερων «επιμελητών», οπότε εξηγούνται έτσι και οι πάμπολλες αντιφάσεις μεταξύ των «ιερών βιβλίων».
Ο Ιησούς ως μέλος της τριαδικής θεότητας
Ένα άλλο ζήτημα προβληματισμού είναι, πώς προέκυψε η «κατασκευή» για τον τριαδικό θεό, με τον Ιησού στη θέση του γιου, η οποία πουθενά δεν αναφέρεται ρητά, ούτε στην Παλαιά Διαθήκη ούτε στα Ευαγγέλια, αλλά συνάγεται από διάφορες διατυπώσεις, οι οποίες με την προσφιλή στους θεολόγους μέθοδο της ερμηνευτικής μπορούν να πάρουν και την ακριβώς αντίθετη σημασία. Γεγονός είναι ότι τα περί τριαδικότητας αποτελούν μεταγενέστερη επινόηση των εκκλησιαστικών «πατέρων», αρχικά του Αθηναγόρα και του Τερτυλιανού.
Αν ληφθεί δε επί λέξει η αναφορά «υιός του θεού» που παρουσιάζεται σε πολλά σημεία των ευαγγελίων και ερμηνεύεται ως απόδειξη της σχέσης πατρός θεού και υιού Ιησού, τότε πρέπει να ληφθεί επίσης επί λέξει η αναφορά στη Γένεση (στ΄ 2) όπου αναγράφεται: «Ιδόντες οι υιοί τού Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας». Άρα υπήρχαν περισσότεροι του ενός υιοί θεού, οι οποίοι παντρεύτηκαν κιόλας.
Ο ίδιος ο Ιησούς ποτέ δεν θεώρησε τον εαυτό του θεό, πουθενά δεν αναφέρεται αυτό, το οποίο είναι και θεμελιώδες δόγμα της χριστιανικής θρησκείας και θα έπρεπε να προβάλλεται από τον ίδιο και τους μαθητές του! Ο Παύλος δεν αναφέρει πουθενά στις επιστολές του τον Ιησού ως θεό και διατηρεί αυτόν τον υπέρτατο χαρακτηρισμό μόνο για τον ένα και μοναδικό θεό του! Οι οπαδοί εκείνης της εποχής πίστευαν στο θεό, πίστευαν και στον Ιησού, αλλά δεν ταύτιζαν αυτές τις δύο έννοιες. Εξ αυτού οι χριστιανοί οπαδοί ονόμαζαν τον Ιησού το 2ο και 3ο αιώνα «θεϊκό» και τον λάτρευαν υπερβαλλόντως, πράγμα που οδήγησε τον 4ο αιώνα τη ρωμαϊκή (γοτθική) εξουσία στη σύνοδο της Νίκαιας να αναβαθμίσει ένα «θεϊκό δάσκαλο» σε «θεό».
Επίσης, η Καινή Διαθήκη αναφέρεται σε γεγονότα, τα οποία παρουσιάζονται τώρα ως «θαύματα», ενώ την εποχή που λέγεται ότι συνέβησαν, ονομάζονταν «σημεία» ή «σημάδια εξ ουρανού». Αλλιώς θα έπρεπε ο θεός, λένε έγκριτοι θεολόγοι, να ανατρέπει για χάριν κάποιου πεινασμένου ή άρρωστου ή πεθαμένου τους νόμους της φύσης… Αργότερα αποφάσισαν οι «πατέρες της εκκλησίας» να θεωρούνται τα σημάδια «θαύματα», όπως τα εννοούν μερικοί σήμερα, δηλαδή υπερφυσικά γεγονότα που ανατρέπουν τη φύση.
Η μόνη λογική εξήγηση για τη δημιουργία του «τριαδικού» θεού που είναι μεν ένας, αλλά έχει τρεις υποστάσεις, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, πρέπει να οφείλεται σε αντιγραφή από ανταγωνιστικές θρησκείες των πρώτων χριστιανικών αιώνων (βλέπε και επόμενα), οι οποίες είχαν επικεφαλής επίσης πλειάδα θεϊκών μορφών. Η ιδέα της θεοποίησης του Ιησού εμφανίζεται 2 γενιές μετά τον αναφερόμενο θάνατό του και σχετίζεται με τον ανταγωνισμό των θρησκειών της εποχής: Ημίθεος ο Ηρακλής, θεάνθρωπος ο δικός μας κ.ο.κ. Με αυτό τον τρόπο, ο χριστιανισμός παρουσιαζόταν προς τους Ιουδαίους ως μονοθεϊστική θρησκεία, αλλά προς τους εθνικούς ως πολυθεϊστική και γινόταν έτσι ελκυστική και πολυσυλλεκτική.
Στο αρχαιοελληνικό δωδεκάθεο παρουσιάζεται η τριάδα Δίας, Ήρα και θυγατέρα Αθηνά. Στην κέλτικη θρησκεία η θεά Morrigan έχει τρεις μορφές: αγάπη, γονιμότητα και θάνατος. Στον Ινδουϊσμό εκφράζεται μια τριαδικότητα με την Trimurti, την ενότητα των τριών υποστάσεων του δημιουργού (βράχμα), προστάτη (βίσνου) και καταστροφέα (σίβα). Τέλος, στην επίσης πολύ παλαιότερη από το χριστιανισμό αιγυπτιακή θρησκεία υπήρχε ο θεός πατέρας Όσιρις, η θεά μητέρα Ίσις, σύζυγος του Όσιρι και το παιδί τους, ο Ώρος, ο οποίος ήταν πτηνό, όπως το χριστιανικό «άγιο πνεύμα» (βλέπε και επόμενα). Στην αιγυπτιακή θρησκεία το πτηνό ήταν, όμως, γεράκι, το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στη μυθολογία και την κοινωνική ζωή των λαών της βόρειας Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής.
Απουσία θηλυκής θεότητας
Αυτή η εισαγωγή της τριαδικότητας από τους εκκλησιαστικούς πατέρες δημιούργησε όμως, πέρα από τις πολλαπλές αιρέσεις και συγκρούσεις, ακόμα μέχρι το 19ο αιώνα και σήμερα ίσως, συμπληρωματικά προβλήματα: Οι εθνικές θρησκείες είχαν πάντα και μια θηλυκή θεότητα, η οποία «φρόντιζε» για τα θέματα της γυναικείας απασχόλησης στις αρχαίες κοινωνίες και μέχρι σήμερα, τη μητρότητα, την οικογένεια, την υγεία κ.ά. Τέτοιες θεότητες ήταν η περσική Εκάτη, η αιγυπτιακή Ίσις, οι ελληνικές θεότητες Ήρα, Αθηνά, Αφροδίτη κ.ο.κ., των οποίων η λατρεία ήταν πολύ διαδεδομένη στις περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και στις οποίες είχαν αφιερωθεί εντυπωσιακοί ναοί. 
Η χριστιανική θρησκεία είχε ένα θεό απροσδιόριστου φύλου, ο οποίος όμως εκδηλώνεται κατά γενική αντίληψη ως άντρας, ένα υιό αρσενικό και το πνεύμα που είναι ουδέτερο. Τίποτα θηλυκό, ίσως και λόγω του παραδοσιακού μισογυνισμού των «πατέρων». Όποτε είχε τεθεί το πρόβλημα της απουσίας θηλυκής θεότητας, κάθε πρόταση είχε απορριφθεί από τους μεγάλους εκκλησιαστικούς «πατέρες», για διάφορους λόγους. 
Τελικά, στην Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431 μ.Χ.) αποφασίστηκε να ανακηρυχθεί η μητέρα του Ιησού, Μαρία, ως «παναγία και υπεραγία θεοτόκος», την οποία όμως ο τότε οικουμενικός πατριάρχης μόνο ως «χριστοτόκο» δεχόταν να αναγνωρίσει. Αυτή η επιλογή με την εισαγωγή θηλυκής θεότητας προκάλεσε νέες αντιδικίες, συγκρούσεις και αιρέσεις, πολλές από τις οποίες διαρκούν μέχρι των ημερών μας! 
Σταδιακά αποδόθηκαν δε όλες οι υπερφυσικές ικανότητες των προχριστιανικών θηλυκών θεοτήτων στη μητέρα του Ιησού. Για παράδειγμα, κοντά στο ιερό της Αφροδίτης στη Βραυρώνα Αττικής, η οποία Αφροδίτη «γιάτρευε» τα ασθενή παιδιά, δημιουργήθηκε εδώ και πολλούς αιώνες και υπάρχει μέχρι σήμερα ανακαινισμένη μια εκκλησία της «Παναγίας γιάτρισσας». Αντίστοιχα έχουν γίνει κοντά ή πάνω σε όλα τα αρχαία ιερά.
Σύγκριση με τον αιγυπτιακό θεό Ώρο
Μια επιβεβαίωση όλων αυτών έρχεται από τη σύγκριση του βιογραφικού του «ευαγγελικού» Ιησού με εκείνα άλλων θεοτήτων της προχριστιανικής εποχής, ιδιαίτερα δε του Ώρου, ο οποίος ήταν θεός ο ίδιος και υιός θεού (Όσιρη) και θεάς (Ίσιδα). Ίδιες θεϊκές σχέσεις είχε και ο «ιδρυτής» της χριστιανής θρησκείας Ιησούς: θεός, μέλος της τριάδας ο ίδιος, υιός θεού και υιός οσίας ή αγίας θνητής.
Οι μυθοπλασίες για τον Ιησού είναι γνωστές από τη σχολική εκπαίδευση και δεν θα επαναληφθούν εδώ. Θα περιοριστούμε καταρχάς σε θέματα που αφορούν τον Ώρο, για τα οποία ουδεμία κουβέντα γίνεται στη σχολική εκπαίδευση, και στη συνέχεια θα παραθέσουμε σε πίνακα την αντιστοίχιση Ώρου και Ιησού.
Ο Ώρος (Horus) αναφέρεται σε αιγυπτιακούς παπύρους πολλούς αιώνες πριν από την θεολογικά περιγραφόμενη  παρουσία του Ιησού. Πιθανότατα η προέλευση του συγκεκριμένου θεού ανάγεται στη λίθινη εποχή και τα χαρακτηριστικά του διαμορφώθηκαν με την πάροδο των χιλιετιών και αιώνων μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους. 
 
HorusΟ Ώρος απεικονίζεται συμβολικά με ένα μάτι γερακιού, δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος θεός αποτελεί το τρίτο μέλος, το πτηνό, στην αιγυπτιακή θεϊκή τριάδα. Από εκεί φαίνεται να προέρχεται επίσης, τόσο η «θεϊκή τριάδα» του χριστιανισμού, όσο και η συμμετοχή ενός πτηνού με το ρόλο του πνεύματος. Συνήθεις εικαστικές απεικονίσεις του Ώρου ήταν, είτε ευθέως ως γεράκι, είτε ως άνθρωπος με κεφάλι γερακιού.
Οι Αρχαιολόγοι και/ή Αιγυπτιολόγοι Godfrey Higgins (1772-1833), Gerald Massey (1828-1907) και Alvin Boyd Kuhn (1880-1963) έγραψαν σημαντικά βιβλία για την αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία και τις εξελίξεις της διαμέσου των αιώνων. Ένας τέταρτος, σύγχρονος ερευνητής, ο Καναδός θεολόγος και δημοσιογράφος Tom Harpur (γενν. το 1929) συνόψισε τα τρία αυτά βιβλία και κατέληξε με ένα δικό του βιβλίο («The Pagan Christ», Thomas Allen Publishers: Toronto) στη σύγκριση της αρχαίας αιγυπτιακής θρησκείας με τη χριστιανική και ειδικότερα στη σύγκριση των διαφόρων «βιογραφικών» στοιχείων του Ώρου και του Ιησού. Ακολουθεί μια παράθεση αυτών των γεγονότων σε μορφή πίνακα!
 
Γεγονός
Ώρος
Ιησούς
Σύλληψη:
Μητέρα παρθένος (πολλαπλές εκδοχές)
Μητέρα παρθένος
Πατέρας:
Μοναχογιός του θεού Όσιρη των Αιγυπτίων.
Μοναχογιός του θεού των Ιουδαίων Γεχόβα.
Μητέρα:
Μέρη
Μίριαμ (Μαρία)
Κοσμικός πατέρας:
Σηβ 
Ιωσήφ
Πρόγονοι κοσμικού πατέρα:
Βασιλιάδες
Βασιλιάδες
Τόπος γέννησης:
Σε σπηλιά
Σε σπηλιά/σταύλο
Ανακοίνωση γεγονότος:
Άγγελος στη μητέρα του
Άγγελος στη μητέρα του
Θείκό σημάδι για τη γέννηση:
Ο αστέρας Σείριος
Ένα απροσδιόριστο αστέρι της Ανατολής
Ημερομηνία γέννησης:
Οι Αιγύπτιοι παρίσταναν τη γέννηση του Ώρου με ένα παιδί σε παχνί και το περιέφεραν στις 21 Δεκεμβρίου του έτους, κατά την έναρξη ανόδου της τροχιάς του Ήλιου.
Από τον 3ο-4ο αιώνα η 25η Δεκεμβρίου, ημέρα γέννησης των προχριστιανικών θεών Μίθρα και Διόνυσου και του «αήττητου Ήλιου» (Sol Invictus).
Γνωστοποίηση της γέννησης:
Με αγγέλους
Με αγγέλους
Μάρτυρες της γέννησης:
Βοσκοί προβάτων
Βοσκοί προβάτων
Μεταγενέστεροι μάρτυρες:
Τρεις ηλιακές θεότητες
Τρεις «μάγοι» εξ Ανατολής
Απειλή θανάτωσης σε βρεφική ηλικία:
Ο Ηρούτ έδωσε εντολή να σκοτώσουν τον Ώρο
Ο Ηρώδης έδωσε εντολή να σκοτώσουν τον Ιησού
Αντίδραση στην απειλή θανάτωσης:
Ο θεός Θατ είπε στη μητέρα του Ώρου: «Έλα, θεά Ίσις, και κρύψου με το παιδί σου» 
Ένας άγγελος είπε στον Ιωσήφ: «Σήκω και πάρε παιδί και μητέρα και φύγε στην Αίγυπτο»
Ηλικία ενηλικίωσης:
12 ετών
12 ετών
Κενό στο βιογραφικό:
Καμιά πληροφορία για το διάστημα από 12 μέχρι 3Ο ετών
Καμιά πληροφορία για το διάστημα από 12 μέχρι 3Ο ετών
Τόπος βάπτισης:
Ηριδανός (ποταμός)
Ιορδάνης
Ηλικία βάπτισης:
Βαπτιστής:
Άνουπ ο Βαπτιστής
Γιοχάναν (Ιωάννης) ο Βαπτιστής
Κατάληξη του βαπτιστή:
Αποκεφαλισμός
Αποκεφαλισμός
Πειρασμός:
Ο ανταγωνιστής θεός του κακού Σουτ (Σεθ) τον παρέσυρε από την έρημο σε ένα ψηλό βουνό
Ο ανταγωνιστής θεός του κακού Σατανάς τον παρέσυρε σε ένα ψηλό βουνό 
Στενοί οπαδοί/μαθητές:
4 ή 16
12
Θαύματα:
Περπάτησε πάνω στο νερό, γιάτρευε δαιμονισμένους, θεράπευε ασθενείς και τυφλούς. Ηρέμησε με τη δύναμή του τη θάλασσα
Περπάτησε πάνω στο νερό, γιάτρευε δαιμονισμένους, θεράπευε ασθενείς και τυφλούς. Ηρέμησε με τη δύναμή του τη θάλασσα
Ανάσταση νεκρού:
Ανάστησε τον πατέρα του Όσιρη από τον τάφο
Ανάστησε τον Λάζαρο από τον τάφο
Κεντρική διδασκαλία:
Σε βουνό (επί του Όρους)
Σε βουνό (επί του Όρους)
Τρόπος θανάτου:
Σταύρωση
Σταύρωση
Συντροφιά στη θανάτωση:
Δύο ληστές
Δύο ληστές
Δραστηριότητα μετά τη θανάτωση:
Κατέβηκε στην κόλαση και έμεινε τρεις ημέρες, μετά αναστήθηκε
Κατέβηκε στην κόλαση και έμεινεμέχρι Σάββατο πρωί(δηλαδή επέκταση σε τρεις ημέρες από το θάνατο), μετά αναστήθηκε
Ανακοίνωσαν την ανάσταση:
Γυναίκες
Γυναίκες
Μεταγενέστερη δραστηριότητα:
Επανήλθε στα «θεϊκά» καθήκοντα
Επανήλθε στα «θεϊκά» καθήκοντα
Σύγκριση κύριων χαρακτηριστικών του Ώρου και του Ιησού:
 
Χαρακτηριστικό Ώρος Ιησούς
Χαρακτηρισμός: Όπως περιγράφεται στα «ιερά βιβλία» είναι μυθικό πρόσωπο Όπως περιγράφεται στα «ιερά βιβλία» είναι μυθικό πρόσωπο
Αποστολή: Σωτηρία της ανθρωπότητας Σωτηρία της ανθρωπότητας
Τίτλος: ΚΡΣΤ, ο κεχρισμένος Χριστός, ο κεχρισμένος
Άλλα ονόματα: Καλός ποιμήν, Αμνός του θεού, Άρτος της ζωής, Υιός του ανθρώπου, ο Λόγος, ο Αλιεύς, ο Οραματιστής Καλός ποιμήν, Αμνός του θεού, Άρτος της ζωής, Υιός του ανθρώπου, ο Λόγος, ο Αλιεύς, ο Οραματιστής
Στο προαναφερόμενο βιβλίο παρατίθενται επίσης αποσπάσματα από τις διδασκαλίες του Ώρου και του Ιησού, από τα οποία προκύπτει εκτεταμένη ταύτιση, με συγκριτικό «πλεονέκτημα» του μεταγενέστερου Ιησού ότι έχουν βάλει οι «πατέρες» στο στόμα του ιδέες από την ελληνική φιλοσοφία. 
Όσον αφορά την παρθενία της μητέρας του Ώρου κατά τη γέννησή του, η Ίσις που έφερε αρχικά (και) το όνομα Μέρη, ήταν στις πρώτες χιλιετίες παρθένα-μητέρα, ενδιάμεσα θεωρήθηκε μητέρα με πολλά παιδιά και αργότερα επανήλθε η δοξασία περί παρθένου. Η μητέρα του Ιησού αναφέρεται ως παρθένος και αειπάρθενος, αλλά φαίνεται να έχει κι άλλα παιδιά (ο Ιησούς είχε αδέλφια), δηλαδή αντιστοιχεί ταυτόχρονα με όλες τις επιμέρους καταστάσεις της Ίσιδος. Προφανώς δεν διευκρινίστηκε «θεολογικά» στο χριστιανισμό, ποια ακριβώς άποψη πρέπει να θεωρείται σωστή, επειδή επικρατούσαν εξ ίσου ισχυρές αντικρουόμενες αντιλήψεις.
Η θεά Ίσιδα και η πολλών χιλιετιών ιστορία της πρέπει να μελετηθούν σε ειδικότερες δημοσιεύσεις για να εκτιμηθεί η σημασία της ανάδειξης και της διάδοσης της λατρείας της, η οποία διατηρήθηκε μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. Εδώ δίνεται μόνο μια σύγκριση της εικαστικής παράστασης μητέρας-γιου στην αιγυπτιακή και στη χριστιανική θρησκεία. Η σύγκριση πρωτότυπου και αντιγράφου οδηγεί σε προφανή συμπεράσματα!

Να σημειωθεί ακόμα ότι η σταύρωση που φαίνεται να συμπίπτει ως τρόπος θανάτωσης του Ώρου και του Ιησού, δεν ταυτίζονται ως διαδικασία. Στον Ώρο αναφέρεται ως κρέμασμα από ένα δέντρο, ενώ στον Ιησού πρόκειται για τη μελετημένη και πολλαπλώς εφαρμοσμένη ρωμαϊκή μέθοδο θανάτωσης στο σταυρό, η οποία είχε και το νόημα παραδειγματισμού και εκφοβισμού των εχθρών της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Μια άλλη διαφορά φαίνεται να υφίσταται στον αριθμό των μαθητών. Για τον Ώρο αναφέρονται κάποτε 4 και κάποτε 16 (=4+12) μαθητές. Αυτός ο αριθμός έχει προσαρμοστεί στον Ιησού στους 12, σε συσχετισμό με τις 12 ιουδαϊκές φυλές.
Από τα προηγούμενα προκύπτει αβίαστα ότι ο Ιησούς ίσως να υπήρξε ως ένας από τους πολλούς περιφερόμενους μάγους και θαυματοποιούς που υποσχόταν απελευθέρωση των Ιουδαίων από τη ρωμαϊκή κατοχή, θεολογικά συναρμολογήθηκε όμως κυρίως πάνω στις αιγυπτιακές παραδόσεις με πρότυπο τον Ώρο. Με την πάροδο των ετών, δεκαετιών και αιώνων συμπληρώθηκαν τα χαρακτηριστικά, οι ιδιότητες και η διδασκαλία του με στοιχεία άλλων προχριστιανικών θεών, θρησκειών και φιλοσοφιών, κυρίως της ελληνικής.
Από τα προηγούμενα προκύπτει αβίαστα ότι ο Ιησούς ίσως να υπήρξε ως ένας από τους πολλούς περιφερόμενους μάγους και θαυματοποιούς που υποσχόταν απελευθέρωση των Ιουδαίων από τη ρωμαϊκή κατοχή, θεολογικά συναρμολογήθηκε όμως κυρίως πάνω στις αιγυπτιακές παραδόσεις με πρότυπο τον Ώρο. Με την πάροδο των ετών, δεκαετιών και αιώνων συμπληρώθηκαν τα χαρακτηριστικά, οι ιδιότητες και η διδασκαλία του με στοιχεία άλλων προχριστιανικών θεών, θρησκειών και φιλοσοφιών, κυρίως της ελληνικής.
Η θρησκεία
Επίσης, στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται πουθενά ο όρος θρησκεία, ούτε φαίνεται από το περιεχόμενο της διδασκαλίας του Ιησού να υπήρχε ως στόχος η ίδρυση μιας νέας θρησκείας! Αντίθετα, οι ευαγγελικές περιγραφές (Ματθαίος, 5, 17-18) δείχνουν μια συμπεριφορά και ομιλία πιστού Ιουδαίου: «Μην νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον και τους προφήτας, ούκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι» (πληρώ = εκπληρώ, συμπληρώνω). Η εκτροπή των εξελίξεων προς μια νέα θρησκεία, αφενός με σύμπτυξη στοιχείων (συγκρητισμός) από την εβραϊκή, από το ελληνικό δωδεκάθεο και από διάφορες εθνικές θρησκείες στο χώρο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της εκείθεν Ανατολής (Μίθρας, 'Αττις, Όσιρις κλπ), αφετέρου με καθιέρωση απλοϊκών διαδικασιών για εύκολη μετάνοια ύστερα από κάθε μορφής αμαρτίες (μέχρι και δολοφονίες), έγκαιρη επίγεια συγχώρεση (των πιστών) και ελπίδες για κατάκτηση της «μετά θάνατον ζωής», φαίνεται ότι έγινε από τον Απόστολο Παύλο, διάφορους οπαδούς και από μαθητές τού Ιησού - σε αντιπαράθεση με τον Απόστολο Πέτρο - οι οποίοι με τη δράση και το κήρυγμά τους ανύψωσαν τον ευαγγελικό Ιησού στη θέση τού ιδρυτή και ηγέτη. Η διδασκαλία του Ιησού και των μαθητών του που κωδικοποιήθηκε στην «Καινή Διαθήκη», αναγνωρίστηκε ως επίσημη κρατική θρησκεία στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία από τον Κωνσταντίνο και επεβλήθη ως μοναδική από τον Θεοδόσιο
Ο χριστιανισμός αποτελεί το τέκνο της σύγκρουσης μεταξύ του ανατολικού μεταφυσικού μυστικισμού και του ελληνικού ορθολογικού ανθρωποκεντρισμού.  ο μεταφυσικός μυστικισμός, έκδηλος στο μονοθεϊστικό χαρακτήρα της χριστιανικής θρησκείας, επικράτησε σ' αυτή τη σύγκρουση, με τη δυναμική υποστήριξη των Ρωμαίων στρατηγών, και με την καταπίεση, αποσιώπηση και, σε μερικές περιπτώσεις, διαστρέβλωση της φιλοσοφίας του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. Αποτέλεσμα ήταν να χρειασθεί να φθάσει η ανθρωπότητα στον Kαρτέσιο για να ανακαλύψει εκ νέου τον ορθολογισμό, ο οποίος φαινόταν να έχει εκλείψει με την παρακμή της ελληνικής Αρχαιότητας ...
ΚΟΡΥΦΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ