Είναι καθήκον όλων μας να προστατεύουμε το περιβάλλον.
Προκειμένου να προστατευθεί το "φυτικό Βασίλειο"
Προκειμένου να προστατευθεί το "Ζωικό Βασίλειο"
και με αυτόν τον τρόπο να προστατεύσουμε το
"Ανθρώπινο Είδος μας - την
ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ"
Εμείς οι άνθρωποι είμαστε οι φροντιστές του πλανήτη μας,
αυτό είναι το τεράστιο έργο και η πρόκληση μας, είναι για εμάς η μεγάλη αυτή
ευκαιρία να ξεπεράσουμε και να φτάσουμε στο πλήρες δυναμικό μας επίπεδο και να
γίνουμε πραγματικά πολιτισμένα όντα.
It is the
duty of all of us to protect the Environment.
To protect
the "Plant Kingdom"
To protect
the "Animal Kingdom"
And in doing
so to protect our "Human Species - ANTHROPOTITA"
We humans
are the caretakers of our planet, this is our huge task and challenge, and it
is to us that this great opportunity of excelling and reaching our full
potential of truly being civilized beings falls upon.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΑΡΕΛΙΔΗΣ
ΕΓΩ ΣΚΕΠΤΟΜΑΙ
ΑΡΑ ΥΠΑΡΧΩ
ΕΙΜΑΙ ΟΜΩΣ ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΟΥ;
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΕΝΔΟΣΚΟΠΙΣΗ
ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
Σελ.169
ΕΝΑ ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΡΑΞΗ
ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΜΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Ο
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ
Τούτος είναι ο Υπέροχος Ζωντανός Πλανήτης, ο τόσο
φωτεινός, ζεστός και γαλάζιος μέσα στην παγωνιά του αστρικού χώρου.
Τούτη η Κιβωτός Ζωής με τους άπειρους, όσο και το Σύμπαν,
διαφορετικούς κόσμους υπάρξεων.
Τούτη η Υπέροχη Μητέρα Γη μας, που δεύτερη δεν μπορεί να
υπάρχει σε όλον τον Σύμπαντα Κόσμο.
Τούτη η Εξαίσια, ονειρώδης μορφή του Κόσμου μας, που
πλέει σε μία τέλεια αρμονία, ανάμεσα στην Ύλη και το Πνεύμα, το Όνειρο και την
Πραγματικότητα.
Τούτος ο Υπέροχος Πλανήτης που είναι ενα ζωντανό Έργο της
Δημιουργίας του Σύμπαντος Κόσμου, και ο οποίος, στην Μορφή και Νοημοσύνη του
καθρεπτίζει την πραγματική Ουσία της Δημιουργίας.
Τούτη η Γή μας, που δίνει την δυνατότητα σε εμάς τους
έκπτωτους του Παραδείσου, να μελετήσουμε να κατανοήσουμε και, μες από την
συνειδητοποίηση της Νοημοσύνης που διέκπει την λειτουργία αυτού του Πλανήτη, να
προσεγγίσουμε ακόμα και αυτήν τούτη την ίδια την Ουσία της Δημιουργίας!!!
Με αυτή μου την πράξη ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΙ.
Διαμαρτύρομαι διότι όλο τούτο το Υπέροχο Δώρο Αγάπης των
Θεών της Δημιουργίας καταστρέφεται αμετάκλητα.
Καταστρέφεται από την Βρωμιά, την Κακία, την Πλεονεξία
και την φτώχεια του Ανθρώπινου εργου.
Διαμαρτύρομαι, διότι είναι Λυπηρό, είναι Αφάνταστα
Τραγικό, το Ανθρώπινο Είδος, το τόσο ευνοημένο από τους Θεούς, να χρεωθεί στα
Ακασικά Αρχεία του Σύμπαντος (Ακασικά Αρχεία είναι η Μνήμη στην Συνείδηση της
Δημιουργίας) την καταστροφή Ζωής αυτού του Πλανήτη.
Η ιστορία αυτή ξεκίνησε ένα χειμωνιάτικο βράδυ του έτους
193, όταν ο Ευάγγελος κοιτούσε και εργαζόταν σε ένα ψηλό βουνό. Τότε, εκεί
ψηλά, μέσα στην μοναξιά του μία παγερή νύχτα ονειρεύτηκε.
Ονειρεύτηκε και καταρακυλούσε στο βάθος ενός τεράστιου
γκρεμού. Και μέσα στον πόνο και τον φόβο του ψυχρού Θανάτου που προσέγγιζε, μια
αίτηση συγγνώμης πλημμύρισε την ύπαρξή του: «Θεέ μου συγχώρεσέ με διότι δεν
βοήθησα το Έργο σου».
Όταν στην παλιά ηρωική εποχή των Ανθρώπων, οι άρχοντες
των πόλεων ζητούσαν από την πυθία την γνώμη των Θεών για τις υποθέσεις τους,
Αυτή έδιδε πάντα μία γριφώδη απάντηση. Ο
Λόγος τούτης της στάσεως ήταν ότι, ο γρίφος υποχρέωνε την νοημοσύνη του
αιτούντος να λειτουργήσει ενεργητικά, προκειμένου να ερμηνεύσει το θέλημα των Θεών
στο αίτημά του.
Αυτό που πιο κάτω θα αφηγηθώ, είναι η εκλογίκευση μιας
υπερβατικής εμπειρίας που έζησα, το δε εκλογικευμένο μηνυμά της απευθύνεται σε
όλους εμάς και αφορά την καταστροφή του φυσικού μας περιβάλλοντος. Θεωρώ
υποχρέωσή μου την μεταφορά αυτού του μηνύματος στους Ανθρώπους, αφήνω δε στην
θέληση του Θεού το αν θα ακουσθεί ή όχι.
Από την πρώτη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου στην ζωή,
δύο ήταν οι Αξίες που κράτησαν το ενδιαφέρον μου μέχρι τώρα· το Δίκαιο και η
Αλήθεια.
Τούτο το έργο είναι το αποτέλεσμα μιας
περιπετειώδους και αγωνιώδους αναζήτησης
της Αλήθειας σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.
Τούτο το Έργο είναι αφιερωμένο
Στον Ήλιο και το
Φεγγάρι
Στους Θεούς του Ουρανού και της Γης
Στους Θλιμμένους Αγγέλους και Νύμφες των δηλητηριασμένων
Ανέμων και Υδάτων της Γης.
Στα θλιμμένα Πνεύματα των Δασών, των Λιμνών, των
Θαλασσών, των Βουνών, των Ποταμών, των Πεδιάδων, και όλων των όντων τούτης της
Γης.
Εις ένδειξιν συγγνώμης, για το τερατώδες Έγλημα του
Ανθρώπου απέναντι στους Κόσμους Ζωής του Πλανήτη Γη, ο οποίος Πλανήτης έιναι
ένα ζωντανό έργο της Δημιουργίας του Σύμπαντος Κόσμου.
Ήταν μία παράξενη βραδυά, σαν αυτές τις βραδυές που
μερικοί άνθρωποι τις θυμούνται για πολλά – πολλά χρόνια. Ήταν μια βραδυά,
γεμάτη αντιφάσεις, όπου ένας αριθμός ανθρώπων, ανόμοιων μεταξύ τους, αλλα όλοι
να έχουν κάτι κοινό μαζί μου. Σε ένα σπίτι που με φιλοξενούσε περιστασιακά, να
βλέπω τον εαυτό μου και τα σχέδιά του, τους φίλους που προσκάλεσα, και τις
τεράστιες διαφορές που υπήρχαν ανάμεσά τους, και όλα αυτά με ταράζουν.
Μια μυστήρια αγαπημένη θηλυκή παρουσία, κοντά μου, με τα
ωραιότερα λουλούδια της βραδυάς που έφερε, αλλά κι απόμακρη ταυτόχρονα σαν να
μην υπήρχε καθόλου, φοβισμένη, σαν κι ό,τι είχε να δώσει, το έβαλε μες στα
κομμένα λουλούδια, τα προορισμένα να πεθάνουν σε μια ωραία σύνθεση, χωρίς να
αφήσουν «απογόνους».
Κι εγώ, ήμουν μοναχός, δυνατός να αντέχω τον πόνο της
μοναξιάς μου, φιλοξενούμενος σε ένα ξένο σπίτι στο οποίο το κάθε τι μου τόνιζε
αυτήν την αίσθηση.
Να έχω την γιορτή
του ονόματός μου και να θέλω μέσα σε αυτήν την σύναξη να περάσω, μάταια
όμως, ένα μήνυμα· το μήνυμα του Έρωτα
και της ωραιότητάς του. Φυσικά και δεν πέτυχα τίποτε. Αυτή η ομορφιά είναι
χαμένη για τους ανθρώπους εδώ και πολλά – πολλά χρόνια.
Κι η θλίψη μου ήταν μεγάλη, παρόλο που χρησιμοποίησα τον
θείο Πλάτωνα και την σοφωτάτη Διοτίμα, αφού βεβαίως επανέφερα το κείμενο του Συμποσίου
στην αρχική του μορφή.
Ο χρόνος της διασκέδασης πέρασε, κι όταν οι φίλοι έφυγαν,
ζώντας την αντίφαση της βραδυάς και την απογοήτευση που δεν πέτυχα τον στόχο
μου, έπεσα στο κρεβάτι μου. Δεν θυμάμαι αν ήμουν ξύπνιος ή αν κοιμόμουν· το
όραμα του Έρωτα, αυτού που εγώ γνώριζα, ήταν πίσω από το παραπέτασμα του
φανερού κόσμου και με περίμενε.
Κάποια στιγμή, βρέθηκα γυμνός σε μια παράξενη έρημο, το
χρώμα της οποίας εναλλασσόταν ανάμεσα στο χρυσό και το χάλκινο. Είχα την
αίσθηση ότι βρισκόμουν σε έναν χώρο ζωντανής μαγείας, όπου τα πιο παράξενα
γεγονότα θα μπορούσαν να συμβούν.
Τα σχήματα κι οι γραμμές που κυριαρχούσαν ήταν απαλά και
τραχιά μαζί, σε ένα παράξενο μπέρδεμα που με έκαναν να αισθάνομαι ότι το ένα
σχήμα ήταν δεμένο στο άλλο, ότι το ένα σχήμα μισούσε το άλλο και προσπαθούσε να
το μεταβάλλει. Κι αυτό ήταν παράξενο.
Έβλεπα γύρω μου απορρημένος, όταν το σώμα μου άρχισε να
πονάει, η ζέστη της ερήμου έγινε αποπνικτική, ενώ ένα είδος παράξενης παγωνιάς
και πόνου δάγκωνε την καρδιά μου, κι αυτή υπέφερε.. Κοιτούσα γύρω μου
προσπαθώντας να καταλάβω. Η έρημος φαινόταν γνωστή, όμως ο πόνος που μου
προκαλούσε ήταν αφόρητος.
Αισθάνθηκα τα γόνατά μου να λυγίζουν, μια άγνωστη δύναμη
με κτύπησε δυνατά στο στήθος ρίχνοντάς με ανάσκελα. Και τότε, εκεί ψηλά στον
Ουρανό είδα το Ήλιο· ήταν ο ίδιος αιώνιος Ήλιος, κάτω από το Φώς του οποίου
γεννήθηκα και μεγάλωσα.
Γύρισα το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά, αναζητώντας στήριγμα, αλλά
σκόνη και άμμος κόλλησαν στο ιδρωμένο πρόσωπό μου. Ο πόνος στο στήθος άρχισε να
μεγαλώνει, και μέσα στην φοβερή μοναξιά μου, η αόρατη πίεση του πόνου αυξανόταν
χωρίς να γνωρίζω την αιτία.
Δάκρυα απόγνωσης για το Άγνωστο που με καταδυνάστευε
κύλησαν από τα μάτια μου κι έκαναν λάσπη την σκόνη στα μάγουλά μου. Έκλαιγα σαν
τότε που ήμουν παιδί για το ακατανόητο που με τριγύριζε..Ο ίδρως του σώματός
μου πλήθυνε, και έκανε λάσπη το χώμα και την άμμο της ερήμου, κι αυτό το σώμα
μου, βυθζόταν αργά μέσα στον ίδρω και την λάσπη του έργου του.
Έβλεπα ένα φρικτό τέλος να έρχεται και βάζοντας ό,τι δύναμη
είχε μείνει μέσα μου, έκραξα δυνατά: «Βοήθεια!».
Ο πόνος υποχώρησε κι αισθάνθηκα μια παρουσία δίπλα μου.
Άνοιξα τα μάτια μου και είδα κοντά μου μια εξαίσια μορφή, παράξενη μέσα στην
σιγουριά της, ήρεμη μέσα στην έρημο που με σκότωνε.
«Μα γιατί φωνάζεις έτσι», είπε «έστω κι αν η λάσπη του
έργου σου σε σκεπάσει ολότελα, δεν θα πεθάνεις, εισαι ακόμα αθάνατος.»Την
κοίταξα απορημένος· είχε ένα γλυκό, παιδικό σχεδόν, πρόσωπο που φωτιζόταν από
κοντά ξανθά μαλλιά Φορούσε ένα μακρύ πορτοκαλί φόρεμα, σαν μανδύα και μέσα σε
αυτόν φαινόταν σαν να μην υπήρχε τίποτε.
«Πονώ παντού», της είπα, «μέσα και έξω από το σώμα μου.
Ελευθέρωσέ με, αυτή η έρημος με σκοτώνει, η λάσπη του ιδρώτα μου με πνίγει,
πονώ παντού και δεν βλέπω σωτηρία πουθενά»»Δεν μπορώ να κάνω τίποτε για σένα»,
είπε η Νεράιδα.
«Σεις οι
άνθρωποι, είστε αιχμάλωτοι της ιδέας ότι ένας υπεράνθρωπος, ένας άγιος, ή κι
ένας θεός, μπορεί να σας σώσει, κι έτσι μένετε αδρανείς στις καταστροφές που
σας βρίσκουν. Περιμένετε από άλλους να κάνουν αυτό που εσείς θα επρεπε να
κάνετε για τους εαυτούς σας. Δυστυχώς, μόνος ήρθες σε αυτήν την
έρημο, μόνος πρέπει να φύγεις»
«Μα πνίγομαι», φώναξα, «δεν μπορώ να κάνω τίποτε.»
«Είσαι αθάνατος», είπε «αλλά και χαμένος στην έρημο που
έφτιαξες, δεν έχεις οδηγό πιά, και μες στην αιωνιότητα της αθανασίας σου
διαιωνίζεις τον πόνο που απορρέει από το έργο σου.»
Σάστισα ακούγοντας τα λόγια της· όμως, ο πόνος υποχώρησε
περισσότερο και μπόρεσα να αρθρώσω λόγον αντιρρητικό:
«Δεν καταλαβαίνω τα λόγια σου· γιατί απορρέει πόνος από
το έργο μου; Πώς είναι δυνατόν να απορρέει πόνος από το ανθρώπινο έργο, αφού
είναι γνωστό ότι αυτή η ικανότητα είναι δώρο Θεών και Δαιμόνων. Κοίταξε τούτα
τα χέρια, η Δημιουργία τα έφτιαξε έτσι ώστε να είναι ικανά να κάνουν έργο.
Κυρίως, όμως, κατάλαβε την νοημοσύνη μου· η εξέλιξη της σφυρηλατήθηκε από τους
Θεούς του Ουρανού και της Γης για να φθάσει μέχρις εδώ... Πώς είναι δυνατόν να
είμαι λάθος κι από όλα αυτά τα εργα να μου ανταποδίδεται πόνος;»
Η Νεράιδα κοίταξε γύρω της θλιμμένη, μετά με κοίταξε στα μάτια και είπε:
«Δεν υπάρχει καμμιά κατηγόρια για την ικανότητα έργου στο
Πνεύμα και την Ύλη που χαρίσθηκε στους ανθρώπους. Όμως κοίταξε, το Πνευματικό σας Έργο αναφέρεται σε ιδέες
περί Θεού ή Θεών, τις οποίες εσείς κατασκευάσατε.
Δείξε μου το
Πνευματικό Έργο ενός από τους Δασκάλους σας το οποίο να υπηρετεί το έργο της
Δημιουργίας, και όχι τον εαυτό του. Έπειτα, κοίταξε το Υλικό σας
Έργο, που είναι απόρροια του Πνευματικού σας. Δες την τεράστια καταστροφή που
προκαλεί στο Έργο της Δημιουργίας.
Συνειδητοποίησες
ποτέ την έκταση αυτής της τεράστιας ύβρεως, τον αφανισμό
δισεκατομμυρίων ζωντανών όντων έτσι για το τίποτε;
Ο θάνατος, που
το έργο σας έφερε στην Δημιουργία, είναι αιώνιος, δεν συνοδεύεται από μία αναγέννηση, Τα Δημιουργήματα των Θεών χάνονται
άδικα χωρίς την δυνατότητα επιστροφής τους στην Ζωή, επειδή εσείς καταστρέψατε
τις φυσικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για να υπάρξουν.
Κοίταξε τα δάση, τις λίμνες και τα ποτάμια, την απέραντη
θάλασσα, το χώμα που πατάς, τον αέρα που αναπνέεις. Η Ζωή φεύγει από παντού,
διωγμένη από τα φοβερά τοξικά σας απόβλητα, τα ακόμη χειρότερα πυρηνικά σας
κατάλοιπα, τα απαίσια απορρυπαντικιά σας, αλλά και τα πετρέλαια, τα φυτοφάρμακα
και τα λιπάσματα.
Τα φοβερά καυσαέρια των μηχανών εσωτερικής καύσεως, που
δεν το αντιλαμβάνεστε άμεσα, αλλά είναι σκέτο δηλητήριο για τον μικρόκοσμο των
κυττάρων και μικροοργανισμών πάνω στο οποίο στηρίζεται το σύνολο της Ζωής που
βλέπουν τα μάτια σας.
Ακόμα και η δική
σας ψυχή, η οποία είναι απόρροια της συνειδητότητας του Σύμπαντος, κινδυνεύει
να βρεθεί ΓΥΜΝΗ, χωρίς την δυνατότητα υλικού σώματος και να σταματήσει έτσι η
εξέλιξή της σε αυτό το σημείο, που είναι ένα βασίλειο της νεκρής ύλης,
αιχμάλωτη ενός νεκρού πλανήτη που θα περιφέρεται άσκοπα πλέον στο διάστημα».
Τα λόγια της, ίδια μαχαίρια, ξέσκισαν την ψυχή μου.
Τρόμαξα ακούγοντάς την να μιλά έτσι. Με κατέλαβε απελπισία. «Μάαα... πώς είναι
δυνατόν κάτι τέτοιο», ψέλισσα. «Όλο τούτο το μεγαλείο του Ανθρώπινου Έργου,
είναι δυνατόν να είναι λάθος;»
Βάλθηκα να σκέφτομαι, προσπαθώντας να καταλάβω τα λόγια
της, όμως τίποτε δεν με βοήθησε.
«Δεν μπορώ να δω την ορθότητα των λόγων σου», είπα,
«είμαι αιχμάλωτος μεγάλου πόνου και φόβου. Μπορείς να με βοηθήσεις να δω την Αλήθεια και να καταλάβω;»
Η Νεράιδα φάνηκε σαν να σκέφθηκε για λίγο, με κοίταξε με
τα περίεργα μάτια της και είπε:
«Δυστυχώς τα
μάτια και η νοημοσύνη των ανθρώπων έπαψαν πια να βλέπουν την Αλήθεια. Μόνον αν
γίνεις ένα Δένδρο, θα δεις και ίσως τότε θα καταλάβεις.»
«Θέλω την Αλήθεια», είπα.
Σήκωσε το σκήπτρο που κρατούσε και το κατηύθυνε στο
στήθος μου. Ένας κεραυνός έφυγε από αυτό και, τρυπώντας με, διαχύθηκε στο σώμα
μου.
Αισθάνθηκα μια
ηράκλεια δύναμη να διοχετεύεται μέσα μου και να διώχνει όλες τις βρωμιές από το
σώμα μου. Οι αισθήσεις του κορμιού μου ελευθερώθηκαν και γέμισαν
ερεθίσματα και μηνύματα. Τα ανθρωποίητα
περιεχόμενα του Νου μου θόλωσαν και χάθηκαν σαν Ιιούδες της ζωής.
Αισθάνθηκα το κορμί μου να ψηλώνει και τα πόδια μου να
ορμούν βαθιά στο χώμα, τα χέρια μου γεμάτα δύναμη υψώθηκαν στον ουρανό και
γέμισαν κλαδιά και φύλλα. Το παράξενο μπέρδεμα των απαλών και τραχιών γραμμών
το ορίζοντα ηρέμησε σε μία γλυκιά αρμονία και η έρημος γέμισε δένδρα, φυτά, και
ζώα κάθε λογής.
Ήταν αρχή της Άνοιξης.
Χωρίς ανθρώπινο νου, αλλά μες από κάποια άλλη αντιλληπτική θύρα, είδα τον εαυτό μου σαν ένα
γιγάντιο δένδρο. Κι όπως είσαι την ωραιότητα του δένδρου μου να διαγράφεται μες
στο γαλάχιο του ουρανού κατανόησα ότι δεν ήταν απαραίτητο να είμαι ένα κάποιο
δένδρο. Θα μπορούσα να είμαι ένα οποιοδήποτε δέντρο της δημιουργίας, μικρό ή
μεγάλο, καλό ή κακό, ακόμα και το φύλλο ενός δένδρου αν ήμουν, θα ήταν αρκετό
για να καταλάβω.
Κι όπως είδα τον εαυτό μου έτσι, σαν ένα δένδρο με τα
πλατιά του φύλλα ανοιγμένα, λικνιζόμενα στην πνοή του ανέμου, να συνομιλούν
μαζί του... Όπως αισθάνθηκα τις ακτίνες του Ήλιου, αυτό το αίμα – ίαμα του
Σύμπαντος, να πέφτουν πάνω στα φύλλα μου και να δημιουργούν μέσα σε αυτά μαζί
με την χλωροφύλλη μου το θεμέλιο της ζωής· τα χημικά στοιχεία από τα οποία
εξαρτάται το σύνολο της εντομολογικής και ζωικής ύπαρξης αυτού του Πλανήτη...
Όπως αισθάνθηκα το κορμί μου χωμένο βαθιά στην αγκαλιά της Γης, να στηρίζεται
στις χιλιάδες, στα εκατομμύρια των ριζών μου...
Όπως αισθανόμουν την δύναμη, μες από τους πλούσιους
χυμούς μου, να οδηγεί τις ρίζες μου σπάζοντας πέτρες και βράχους όλο και
βαθύτερα μέσα στην καρδιά της μητέρας Γης... Όπως αισθανόμουν τις ακτίνες του
Ηλίου, να κτίζουν, μες στους λεπτότατους μίσχους των φύλλων και των κλαδιών μου
όλους αυτούς τους λόσμους Ζωής των εντόμων και των σκωλήκων... Όπως αισθάνθηκα
τα άνθη μου γεμάτα χυμούς Ζωής, να
ανοίγουν στον γλυκύτατο ευωδιαστό αέρα της Άνοιξης και να διαχέουν το άρωμά
τους... Ήταν μια πρόκληση Έρωτος.
Κι όταν αισθάνθηκα την βοή από τα εκατομμύρια των εντόμων
και πουλιών να με ζώνουν από όλες τις μεριές, παθιασμένα για τους χυμούς του
έρωτά μου... Να χώνουν τις μύτες, τις ουρές, και τις γλώσσες τους και να
ρουφούν λαίμαργα και δυνατά μες τους ανθούς μου, την ζωή, που ο Ήλιος, η Γή, κι
Εγώ, αρμονικά δημιουργήσαμε... Αισθάνθηκα την ύπαρξή μου συγκλονισμένη, να παραιτείται
ευτυχισμένη μέσα σε αυτήν την απόλυτη, την χωρίς όρια προσφορά ζωής...
Ήμουν ένα δέντρο μεγάλο σαν αυτά που κάποτε όλος ο
Πλανήτης μας ήταν γεμάτος... Κι ο Ουρανός και η Γη, τα σύννεφα και τα βουνά, οι
λίμνες και τα ποτάμια, οι αστραπές και οι κεραυνοί, κι όλα τα θνητά και αθάνατα του Κόσμου τούτου
χαίρονταν την ύπαρξή μου!
Κι όταν, Θεέ μου, ερχόταν, κείνη η εξαίσια εποχή και όλα
τα θνητά κι όλα τα ζωντανά αναστέναζαν το πάθος του έρωτα και ζητούσαν από
αυτόν τρέμοντας σύγκορμα την έλευση της νέας ζωής, ΕΓΩ ήμουν εκεί για να με
εμπιστεύονται...
Κι όταν μές στα γερά κλαδιά μου και τα πράσινα φύλλα μου,
χιλιάδες πουλιά, κάθε είδους, έρχονταν και φώλιαζαν κι ερωτεύονταν και
τραγουδούσαν στους παλμούς του Ουρανού και της Γής τον εξαίσιο ερωτικό χορό
τους, και τα γαμψά τους νύχια έσκιζαν τις λεπτές φλούδες μου... Το ρίγος του
έρωτά τους περνούσε από το κορμί και τις ρίζες μου μέσα στο όνειρο της Μητέρας
Γης κάνοντάς την ευτυχισμένη.
Κι όταν το Καλοκαίρι, μεγάλωναν τους απογόνους τους, την
συνέχεια της δικής τους ύπαρξης, στηριγμένα, εμπιστευμένα στα δικά μου ισχυρά
κλαδιάτι απεριόριστη ευτυχία, Θεέ μου!
Κι όταν ήρθε το Φθινόπωρο και τα πουλιά έφυγαν και τα
έντομα αποσύρθηκαν στις τρύπες τους και τα φύλλα κι οι καρποί μου έπεσαν
ώριμοι, αντίδωρο προς τη Γη μας, κι έμεινα γυμνός απέναντι στην Δημιουργία...
Ονειρεύτηκα το έργο μου κι είδα ότι καλώς ελειτούργησα. Κι όταν ήρθε ο βαρύς
Χειμώνας κι ο παγωμένος βοριάς κουνούσε τα γυμνά κλαδιά μου, μες στο βαθύ μου
ύπνο αισθανόμουν την ζέστα της γης να περνά μες από τις ρίζες μου και να
διαχέεται μέχρι το λεπτότερο κλαδάκι μου κρατώντας το ζωντανό.
Τότε, ονειρεύτηκα την ευτυχία που απορρέει από το
γεγονός ότι υπηρέτησα πιστά το μέρος του σχεδίου που η Δημιουγία καθόρισε για
την ύπαρξή μου.
Ήμουν ευτυχισμένος γι’αυτό που ήμουν και όχι
δυστυχισμένος για κάτι άλλο που θα ήθελα να είμαι.
Και μέσα σε αυτό
το υπέροχο όνειρο του λευκού Χειμώνα, όπου όλη η φύση ονειρεύεται τους νέους
κόσμους Ζωής που θα γεννήσει την επόμενη Άνοιξη, εγώ, ο Ευάγγελος, είδα ξαφνκά
με όλα τα μάτια της φυλακισμένης ψυχής μου ότι το δικό μου έργο, δεν ήταν μια
υπηρεσία στο Έργο αυτής της Θείας Δημιουργίας που εμείς οι Άνθρωποι ονομάζουμε
Πλανήτη Γη.
Ο πόνος άρχισε αφόρητος, η θλίψη μου απέραντη. Άνοιξα τα
μάτια μου, και είδα τον εαυτό μου στην ίδια σκληρή θέση, μέσα στην λάσπη του
ιδρώτα μου.΄Όνειρο και πόνος με καταδυνάστευαν, με διέλυαν, λετρωγαν τις σάρκες
μου, τα κόκκαλά μου λύθηκαν...
Και τότε, μέσα στην φρίκη που ξαναζούσα είδα τον Ήλιο,
και φώναξα σε αυτόν όσο το δυνατότερο μπορούσα: «Βοήθεια! Βοήθεια!»
Κι αυτός με άκουσε και πήρε τους πόνους μου. Βγήκα από
την λάσπη μου και κάθησα σε μια πέτρα, εξουθενωμένος, κοιτάζοντας την άγνωστη
μορφή.
«Γιατί είμαι τόσο δυστυχισμένος;» ρώτησα. «Ποιά είναι
αυτή η γνωστή και άγνωστη έρημος που μεταμορφώνεται και τόσο πολύ με
καταδυναστεύει;»
«Αυτή η έρημος», είπε η μορφή, «είναι ο στεγνός
και ψεύτικος ανθρωποίητος κόσμος των ιδεών σας και το έργο της νεκρής ύλης που
εσείς επεξεργάζεσθε και πιυ μέσα σε αυτήν ζείτε.»
Την κοίταξα απορημένος. «Είναι ανθρώπινο έργο αυτό;»
ρώτησα;
«Ναι», είπε.
«Κι ο άλλος κόσμος, ο Κόσμος του Δένδρου, και η Αγάπη που
απορρέει από αυτόν, ποιός είναι;»
«Αυτός είναι ο Υλικός Κόσμος της Δημιουργίας σε μια
διαρκή κίνηση και εξέλιξη. Η Νοημοσύνη δέ, που κατευθύνει και διαιωνίζει την
πορεία τούτου του υλικού κόσμου στον χωροχρόνο, είναι απόρροια της
Συνειδητότητας ή του Πνεύματος Δημιουργίας, αν προτιμάς να το πεις έτσι.»
Αισθάνθηκα παράξενα, η απορία μου μεγάλωσε ακούγοντάς
την. «Δεν ακούστηκε ποτέ κάτι τέτοιο να λέγεται μέχρι τώρα», απάντησα.
«Διαισθάνομαι, όμως, μια αλήθεια στα λόγια σου και αυτό με γεμίζει ελπίδα. Πώς
όμως όλοι τούτοι οι κόσμοι είναι έτσι μπερδεμένοι; Ρώτησα.
«Στην Δημιουργία», είπε η Νεράδια, «ο πόνος και η ευτυχία
είναι ένα· το αρσενικό και το θηλυκό επίσης, η μέρα και η νύχτα το ίδιο, το
καλό και το κακό ενωμένα. Εσείς οι άνθρωποι τα χωρίσατε κι αρχίσατε να
κτίζετε τον ανθρωποποίητο κόσμο σας πάνω σε αυτήν την διάσπαση που είναι και η
αφανής αιτία της κάθε Δυστυχίας σας.
Προικισθήκατε από την Δημιουργία με αυτήν την εξαίρετη
κατασκευή και τις θαυματουργές νοητικές σας ικανότητες, που μέσω της ενόρασης
στον παρελθόντα και μέλλοντα χρονο, αποκτήσατε την δυνατότητα πραγμάτωσης έργου
στην Ύλη και το Πνεύμα.
Ο λόγος αυτής της εξαίρεσης είναι ότι μέσα από αυτές τις
θείες προσφορές, μελετώντας, και κατανοώντας την λειτουργία του Υλικόυ
Κόσμου της Δημιουργίας, μπορείτε να προσεγγίσετε την Ουσία της και έτσι
Θεωθείτε. Αντί αυτού, εσείς τι κάνετε;»
Άκουγα τα λόγια της Νεράιδας γοητευμένος και σιωπηλός.
«Κανένα όν αυτού του κόσμου δεν έχει τις δικές σας
ικανότητες» είπε, συνεχίζοντας. «Όμως όταν τα άλλα όντα της Δημιουργίας
ζούνε την ευτυχία του αιωνίου τώρα, του χρόνου της Ζωής, αφήνοντας την
Νοημοσύνη της Δημιουργίας να ρυθμίζει το μέλλον της ύπαρξής τους.
Σεις οι άνθρωποι, γοητευμένοι από το ψεύτικο έργο σας,
εγκλωβισθήκατε στα χιμαιρικά όνειρα του παρελθόντος και μέλλοντός σας,
θυσιάζοντας την Ζωή του τώρα, την ζωή της Ζωής, στο Άγνωστο.
Και επειδή μέσα στη Σύμπαντα Κόσμο, το αυτεξούσιο όταν
δοθεί έχει άπειρες δυνατότητες, εσείς ασκώντας την ελευθερία της βουλήσεώς σας διαλέξατε
να κτίσετε τον κόσμο σας στην βάση της νεκρής Ύλης που επεξεργάζεσθε και
όχι της ζωντανής ύλης της Δημιουργίας.
Η Δημιουργία είναι απέραντη», είπε η Νεράιδα, «και ο
νόμος της διαρκούς επαναφοράς ισχύει για Θεία και Ανθρώπινα έργα. Γι’αυτό
και η δυστυχία σας επαναλαμβάνεται και ο πόνος σας διαρκώς επαυξάνεται σύμφωνα
πάντα με τις λανθασμένες επιλογές, που τα υλικά σας συμφέροντα και ο διεστραμμένος
ερωτισμός σας επιβάλλουν. Σε κάθε λανθασμένη επιλογή σας η Απρόσωπη Θεία
Δικαιοσύνη ανταποδίδει πόνο.»
Έφριξα, διαισθανόμενος την αλήθεια των λόγων της. Όμως,
μπόρεσα να ρωτήσω.
«Μα, πώς πέσαμε τόσο χαμηλά;»
«Η ανάπτυξη της συνειδητότητός σας και το λάθος της να
εξαιρέσει τον εαυτό της από την Δημιουργία, φέρουν την ευθύνη για την δυστυχία
σας.
Μες στην ανωριμότητά σας γοητευθήκατε από τις
δυνατότητες που η αυθαιρεσία έφερε μπροστά σας· μετά, πιστέψατε στην ισχύ που
αποκτήσατε κλέβοντας μερικά από τα μυστικά της Δημιουργίας, και μετά,
μεθυσμένοι, από το κρασί που εσείς φτιάξατε, γεμάτοι έπαρση, στρέψατε το έργο
σας ενάντια στον Κόσμο από τον οποίο εκπορευθήκατε. Κι όλα αυτά, προκειμένου να
διαιωνίσετε την επικυριαρχική σας θέση πάνω στην ΠανΖωή αυτού του Πλανήτη.
Ακόμη και αυτό σας επιτρέπεται· όμως, εσείς θα είστε
υπεύθυνοι για την αποπομπή του Θείου Ζωοποιού Πνεύματος από τη Γή, και
αποδέκτες της δυστυχίας που θα προκύψει από το κτίσιμο του υλικού σας κόσμου
πάνω σε μια νεκρή πέτρα που θα περιφέρεται αιώνια στο Διάστημα.
Ονειρεύεστε να βρείτε άλλη ζωή, καλύτερη από αυτήν, σε
άλλους Πλανήτες, χωρίς να πιστεύετε και να σέβεσθε τη μοναδικότητά σας. Όμως
αυτό είναι ένα από τα ψέμματα που ναρκώνουν την συνείδηση και την νοημοσύνη σας.
Σε ποιό μέρος της Γης σεβασθήκατε την Ζωή όταν την
ανακαλύψατες Πουθενά! Βλέπετε τα πάντα μες από το πρίσμα του υλικού σας συμφέροντος και
μεγαλύτερη ύβρις από αυτό δεν μπορεί να αλλάξει στην Δημιουργία.»
Ο τρόμος με κατέλαβε και πάλι· ένα αγωνιώδες ερώτημα
αναδύθηκε μέσα μου. Αναστατωμένος, ρώτησα. «Τί μπορώ να κάνω για να γλυτώσω από
αυτήν την φοβερή πορεία στον πόνο;»
«Θυμήσου όταν ήσουν δένδρο», απάντησε η Νεράιδα. «Ως
δένδρο δεν είχες δικό σου θέλημα και υπηρετούσες πιστά το έργο που η Δημιουργία
καθόρισε για σένα. Είσαι όμως άνθρωπος, και ως τέτοιος σου δόθηκε το δικαίωμα
του αυτεξουσίου μαζί με την ικανότητα παραγωγής έργου μέσα στον τρισυπόστατο
Χρόνο.
Αλλά εσύ χάθηκες, χάθηκες μέσα στον Λαβύρινθο των
δυνατοτήτων που περικλείει αυτή η ικανότητα. Διχάθηκες το ψεύδος προς τον εαυτό
σου κι έτσι έχασες κάθε δυνατότητα προσέγγισης στην αλήθεια της Δημιουργίας.
Η νοημοσύνησου είναι Δώρο Θεών και
κανείς δεν μπορεί να την κατηγορήσει· όμως το σημείο αναφοράς της λειτουργίας
της είναι ο εαυτός της και το ψεύτικο υλικό της έργο. Το τέλος αυτής της
πορείας είναι η ολική παραφροσύνη.
Αν επαναπροσδιορίσεις το σημείο αναφοράς της
νοημοσύνης σου στο ζωντανό Υλικό και Πνευματικό Έργο της
Δημιουργίας που είναι τούτος ο υπέροχος Γαλάζιος Πλανήτης, και κατανοήσεις την
πραγματική θέση σου στον κόσμο, τότε υπάρχει ελπίδα για σένα.»
Άκουγα μαγεμένος. «Τι υπέροχοι λόγοι, Θεέ μου!» σκέφθηκα.
Κάτι σάλεψε ελαφρά μέσα μου κι αισθάνθηκα την ωραιότητα του δένδρου μου να
πλησιάζει. Έκλεισα τα μάτια μου να ζήσω βαθύτερα τα λόγια της, κι όταν τα
ξανάνοιξα αυτή η εξαίσια μορφή είχε χαθεί.
Ξύπνησα καταϊδρωμένος στο κρεββάτι μου, ώρα τέσσερις το
πρωί. Η αγωνία φούσκωνε το στήθος μου,
το σώμα μου πονούσε, κοίταζα με αγωνία γύρω που προσπαθώντας να ξανασυγκεντρώσω
την ύπαρξή μου γύρω από τον εαυτό που γνώριζα.
Όλο το σώμα μου μυρμήγκιαζε μουδιασμένο, βουτηγμένο στον
ιδρώτα μου. Ήμουν συγλονισμένος για το απίστευτο που έζησα, όμως ο Νούς άρχισε
να γεμίζει σιγά-σιγά με το συνηθισμένο ποτάμι των σκέψεών του κι έτσι
προσγειώθηκα ακόμη περισσότερο στο σώμα μου.
Τα λόγια της Νεράδας... «η ανάπτυξη της συνειδητότητάς
σας και το λάθος σας να εξαιρέσετε τους εαυτούς σας από την Δημιουργία», ήρθαν
στο Νού μου αργότερα, όταν καθισμένος στην πολυθρόνα μου, δοκίμαζα τις πρώτες
γουλιές του καφέ που έφτιαξα.
«Τί σχέση με την ζωντανή Δημιουργία του Σύμπαντος»,
σκέφθηκα, «μπορεί να έχει μια ανεξάρτητη ανθρώπινη συνειδητότητα, που
αποσπασμένη από αυτήν... τούτη την Δημιουργία, αποσπασμένη ακόμα και από αυτόν
τούτον τον υλικό της φορέα... δρά, κτίζοντας έναν δικό της νεκρό κόσμο ο οποίος
εκτοπίζει τον θείο και ζωντανό;
Η μόνη σχέση που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε αυτές
τις δύο Συνειδητότητες», μπόρεσα να
απαντήσω στην πρώτη μου σκέψη, «είναι Ζωή από την μια πλευρά και Θάνατος από
την άλλη. Αλλά το χειρότερο σε αυτό είναι, ότι αυτές οι δύο Συνειδητότητες δεν
έχουν υπαρξιακή ενότητα μεταξύ τους, ούτως ώστε από την δράση τους να γεννηθεί
κάτι νέο.
Αυτό που βλέπω είναι μια διάσπαση ανάμεσα σε αυτές τις
δύο Συνειδητότητες και αμοιβαία απομάκρυνση της μιας από την άλλη. Η Θεία
Συνειδητότητα στον δικό της ζωντανό κόσμο και η ανθρώπινη στον ψεύτικο και
νεκρό.»
Σάστισα από τις σκέψεις μου αυτές και ανατρίχιασα
ολόκληρος από την προέκταση αυτής της ιδέας στην δική μας ζωή. Ο Νούς μου
δεν μπορούσε να χωρέσει την επικυριαρχία αυτού του Ανθρωποίητου Θανάτου που
επιβάλλουμε στο Έργο της Δημιουργίας, έτσι αυθαίρετα.
«Είναι δυνατόν», διερωτήθηκα, «μια τέτοια φρικτή
κατάσταση να είναι αιώνια και αμετάβλητη σε έναν κόσμο που όλα βρίσκονται σε
μια διαρκή κίνηση και εξέλιξη;»
Οι ακτίνες του Ηλίου είχαν αρχίσει να μπαίνουν από τις
χαραμάδες των κλειστών παραθύρων μου και μέσα στην μοναξιά μου, μια από αυτές
πέρασε στον θολωμένο από τις σκέψεις νου μου. Στην λάμψη αυτής της υπέροχης
ηλιαχτίδας, είδα όλο τούτο το υπέροχο καμίνι Ζωής που λάμπει στο Διάστημα:
Αυτεξούσιο, Ακέραιο και Τέλειο.
Είδα τον Αιώνιο Ζωοδότη, τον Αιώνιο Καλό Ήλιο που τρέφει
την Γη μας στους Αιώνες και που πάνω στην Αιωνιότητα της καλοσύνης του στηρίχθηκε
η ιδέα του Αιώνιου Καλού Θεού.
Τότε, ξαφνικά, είδα με τα μάτια της ανθρωποίητης Γνώσης
μου και τα μάτια της Αλήθειας, ότι αυτός ο Αιώνιος Ζωοδότης Ήλιος περικλείει σε
μια αρραγή ενότητα το σπέρμα της Ζωής και του Θανάτου μέσα του.
«Η εξ αιτίας των αφύσικων έργων μας καταστροφή ασπίδας
του όζοντος, μετατρέπει σιγά-σιγά τούτον τον Ζωοδότη Ήλιο σε φορέα θανάτου.
Κάτά συνέπεια», σκέφθηκα, «αυτή η ίδια Συνειδητότητα που
δρα δαιμονικά έξω από την Δημιουργία της Γης καταστρέφοντάς την, μπορεί να
μεταστοιχειωθεί στο ενυπάρχον θετικό της στοιχείο το οποίο οπωσδήποτε
περικλείει μέσα της και έτσι να δράσει υπέρ του έργου της Δημιουργίας.
Πώς όμως, μπορεί
να γίνει κάτι τέτοιο;» διερωτήθηκα.
«Πώς είναι δυνατόν, μια τέτοια συνειδητότητα, που έχει
συγκεντρώσει στην πλήρη κατοχή της το
μέγιστο της ισχύος σε ύλη και πνεύμα, να αντιστρέψει την πορεία της;
Πώς είναι δυνατόν να παραιτηθεί από όλα αυτά, που
έκτισε ερήμην της Δημιουργίας και με δική της βούληση να μεταστοιχειωθεί;»
Πνίγηκα στην αδυναμία μου να δώσω απάνηση, «τέτοιο, λοιπόν, φρικτό τέλος μας
περιμένει;» σκέφθηκα.
Η ιδέα της αλήθειας ήλθε λίγο αργότερα αγού η αωνία μου
ηρέμησε. «Μόνον η Αλήθεια», σκέφθηκα, «έχει μέσα της την αντίστοιχη δύναμη που
απαιτείται για μια στροφή της πορείας μας.
Ο δρόμος του ανθρωποποίητου έργου μας, οδηγεί στην πλήρη
καταστροφή του Έργου της Δημιουργίας και της παρουσίας μας μέσα σε αυτήν. Κι αυτή
η αλλαγή πορείας που απαιτείται μπορεί να γίνει μόνον με πλήρη συνειδητοποίηση
των επερχόμενων δραματικών γεγονότων και των αντιδράσεων που θα γεννήσει μια
τέτοια συνειδητή αλλαγή κατεύθυνσης του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού υπέρ του
Έργου της Δημιουργίας. Αυτή η μεταστοιχείωση είναι απαραίτητο να γίνει κι
εγώ πιστεύω οτι μπορεί να γίνει!
Πολλοί σοφοί του παρελθόντος παρατηρώντας την Ανθρώπινη
Συνειδητότητα να δρα έξω από τον φορέα της και την Δημιουργία, και πιστεύοντας
στο αποκρυφιστικό αξίωμα ως άνω και κάτω, υπεστήριξαν και πολλοί
πίστεψαν οτι και η Συνειδητότητα της Δημιουργίας είναι έξω από το Έργο της και
το ίδιο ανεξάρτητη και αυθάδης όπως η δική μας.
Μια τέτοια τοποθέτηση όμως φαίνεται πολύ φτωχή μπροστά
στον πλούτο της Αλήθειας που μας περιβάλει.
Εμείς οι άνθρωποι λέμε, «εγώ είμαι εδώ και το
έργο μου είναι εκεί», και με αυτές τις λέξεις χωρίζουμε τους εαυτούς μας
από το υλικό έργο μας.
Έτσι, τα έργα μας, αποκομμένα από τον Δημιουργό τους
είναι νεκρά, δεν μπορούν να διαιωνίσουν τους εαυτούς τους και δεν υπηρετούν με
την παρουσία τους την Δημιουργία.
To
αντίθετο συμβαίνει με τα πνευματικά μας έργα τα οποία έχουν περισσότερη
διάρκεια ζωής. Αλλά το πιο παράξενα γοητευτικό τούτης της ικανότητός μας είναι
το γεγονός ότι τα αρχετυπικά σχέδια όλων των υλικών μας κατασκευών περικλείουν
την δυνατότητα να γεννούν τα παργωγά τους στην αιωνιότητα, κι αυτή είναι μιά
αντικειμενική Αλήθεια που δεν μπορεί να αντικρουσθεί.
Τότε ήρθε στο νου μου και το νόημα των λόγων της
Νεράιδας, όταν είπε... «είσαι αθάνατος μέσα στην έρημο που έφτιαξες... και
μέσα στην αιωνιότητα της αθανασίας σου διαιωνίζεις τον πόνο που απορρέει από το
έργο σου»
Βημάτισα στο έρημο σαλόνι μου προσπαθώντας να βρω κάποια
λύση. Σιγά-σιγά μέσα στο νου μου άρχισαν να έρχονται εικόνες από τα διάφορα
ντοκυμαντέρ οικολογικού περιεχομένου που κατά καιρούς είχα δει στην τηλεόραση
και τον κινηματογράφο.
Εκεί, παρατηρώντας την Υλική και Νοητική λειτουργία των
όντων της Γης, στην οποία και εμείς ανήκουμε, δεν είδα κανένα από αυτά να
αντιστρατεύεται τον εαυτό του και το περιβάλλον του.
Το σύνολο της Ζωής αυτού του Πλανήτη περνά αρμονικά και
ειρηνικά μέσα από το θάνατο της Δημιουργίας και ξαναγεννιέται πάντα με νέα μορφή, ακριβώς όπως ειρηνικά και αρμονικά η
μέρα διαχέεται την νύκτα, όπως το ένα κύμα του ωκεανού το άλλο, χωρίς ποτέ τα
φαινόμενα αυτά να είναι ίδια.
«Η συνειδητότητα του Θείου», σκέφθηκα, «φαίνεται να είναι
μέσα στο έργο του, όπως είπε η Νεράιδα, το οποίο και διευθύνει με την Νοημοσύνη
και Αγάπη του, διαιωνίζοντας και εξελίσσοντας την μοργή του έργου στους αιώνες»
Έκλεισα τα μάτια μου να οραματισθώ... και μιά ελαφριά
θλίψη με κυρίευσε, βλέποντας όλες τούτες τις χρήσιμες σκέψεις, κλεισμένες,
φυλακισμένες μέσα στα φοβερά τείχη του εαυτού μου.
Τότε μέσα στην γλυκύτητα κείνης της σπρωινής ώρας
διερωτήθηκα: Τί θα μπορούσα να κάνω άραγε για να είμαι συνεπής προς την
Συνειδητότητά μου, που είδε και κατενόησε όλα τούτα;
Σελ.194
Η Ζωή του Πλανήτη
μας είναι σε άμεσο κίνδυνο. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι πλέον ορατοί και
προσδιορισμένοι: Η τερατώδης προοπτική της Γενετικής, τα πυρηνικά κατάλοιπα, το
φαινόμενο του Θερμοκηπίου, η παγκοσμιοποιημένη επέλαση της οικονομικής
απληστίας, οι παντός είδους σεξουαλικές διαστροφές και η πορνογραφία που τις
τρέφει, οι απειράριθμές έντεχνες εξαρτήσεις μας, το AIDS, οι διοξίνες,
το καλά φυλαγμένο μυστικό των τρελλών αγελάδων...
Η μοναξιά και η ανασφάλεια που διάχυτα παντού.
Η αφαίρεση εξουσιών από τις κυβερνήσεις υπέρ των
πολυεθνικών, σε συνδυασμό με μιά παγκόσμια οικονομική κρίση που εύκολα και
σύντομα εκκολάπτεται θα ρίξουν την Ανθρωπότητα σε έναν έντεχνο καταστροφικό
δρόμο χωρίς επιστροφή για τους πολλούς.
Όλα αυτά τα φρικτά προβλήματα απαιτούν Τιτάνιες Αλλαγές, αλλά Τιτάνιες πιά
δεν υπάρχουν· μόνο μέσα μας, σκεπασμένοι από την λάσπη του ανθρωποποίητου έργου
μας.
Από εμάς εξαρτώνται πάρα πολλά, αν όχι όλα.
Δεν υπάρχουν όρια στην ανθρώπινη συνειδητότητα. Γίναμε Θεοί και Διάβολοι, αλλά
χάσαμε τον Ήρωα, το χαρακτηριστικό του Ανθρώπου Πολεμιστή που αντιμετωπίζει το
πεπρωμένο του.
Η εποχή μας είναι μιά εποχή
κατάλληλη για Ήρωες· έχει ανάγκη από την επανεμφάνιση του Ήρωος, με την
αρχαιοελληνική σημασία του όρου.
Είμαστε υποχρεωμένοι να εργαστούμε υπέρ του Αγαθού συνειδητά, για τους
εαυτούς μας, τα παιδιά μας, τον Πλανήτη και την ολοκλήρωση της Υπαρξιακής μας
Υποστάσεως που είναι ταυτόσημη του θείου, Άγια και Αγαθή.
Το πρόβλημα του σημερινού Ανθρώπου, που αγγίζει
πλέον τα όρια της παραφροσύνης, οφείλεται σε έλλειψη ΟΡΘΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ αναφοράς
του ΕΓΩ του.
Αυτή η διαπίστωση, αν συνειδητοποιηθεί, δρομολογεί και την λύση του
προβλήματος.
Φθάσαμε μέχρις εδώ με την βοήθεια των συνειδητών ενεργειών της Δημιουργίας
που ονομάσαμε Θεούς και, τυφλωμένοι από έπαρση, ιδιοποιηθήκαμε το Έργο Τους.
Όχι μόνο τους εξοβελίσαμε από την ζωή μας, αλλά στραφήκαμε εναντίον των Πάντων,
ακόμη και εναντίον του εαυτού μας.
Αν αυτό δεν στέκει ως ΥΒΡΙΣ απέναντι στην Αγάπη της Δημιουργίας που μας
γέννησε, τότε τί είναι;
Οι περιστάσεις απαιτούν, αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως είδος, η
νοημοσύνη και το έργο μας να λειτουργήσουν με σημείο αναφοράς το Έργο της
Δημιουργίας που ονομάζουμε Πλανήτη Γη.
Μέσα στις δυνατότητες του γενετικού μας κώδικα, τον οποίον ο Ήλιος και η
Γαία συνέθεσαν, συμπεριελήφθησαν και οι Επιστήμες, οι Τέχνες, οι Θρησκείες·
αυτές αποτελούν οχήματα πολιτισμού, μέσω των οποίων φτάσαμε μέχρις εδώ,
όχι όμως για να καταστρέψουμε ή να κατακτήσουμε το Έργο της, αλλά για να το
υπηρετήσουμε καλύτερα.
Μέσω αυτών των θείων επιτευγμάτων, οφείλουμε να κατανοήσουμε τους Νόμους
που διέπουν την λειτουργία του Σύμπαντος Κόσμου και μέσω αυτής της κατανοήσεως,
αυξάνοντας την αρετή μας με υπηρεσία προς το μεγάλο σχέδιο της Δημιουργίας, να
Τήν προσεγγίσουμε ως δημιουργοί.
Τούτη τη μορφή του Θείου Κόσμου, που ανόητα και με ελαφρή καρδιά
καταστρέφουμε, δεν μπορεί να επαναληφθεί, διότι απλά ο Νόμος της Δημιουργίας
ποτέ δεν επαναλαμβάνει την ίδια ακριβώς μορφή για δεύτερη φορά και επιπλέον,
διότι εμείς οι Άνθρωπο είμαστε μέρη αυτής της συγκεκριμένης Μορφής του Κόσμου
και καμμιάς άλλης!
..................................................................................
ΣΚΕΠΤΟΓΡΑΜΜΑ
=======================================
Ο θεσμός της χορηγίας
Ευθύς εξαρχής ας
ετυμολογήσουμε – να βρούμε τη ρίζα - της λέξη μας Χορηγία. Είναι σύνθετη λέξη
και προέρχεται από δύο λέξεις: Χορός και ηγούμαι. Χορηγός είναι αυτός ηγείται = που οδηγάει το χορό. Η πράξη αυτή ονομάστηκε
Χορηγία. Ο χορηγός ήταν αυτός που πλήρωνε – με δικά του χρήματα – να
εκπαιδεύσει τους ηθοποιούς και χορευτές για τις θεατρικές παραστάσεις στην
Αθήνα στις μεγάλες γιορτές της πολιτείας: τα Παναθήναια, τα Ελευσίνια Μυστήρια,
τα Διονύσια και τα Ανθεστήρια. Οι χορηγοί αναλάμβαναν όλα τα έξοδα των
εκδηλώσεων αυτών.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η χορηγία ως θεσμός επινοήθηκε και
υιοθετήθηκε για πρώτη φορά στην Αθηναϊκή Δημοκρατία του Κλεισθένη,
στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. ΄Εδωσε όμως καρπούς και έγινε
πραγματικότητα τον 5ο αιώνα π.Χ., στο Χρυσό Αθηναϊκό Αιώνα του
Περικλή. Η χορηγία αρχικά αφορούσε
αποκλειστικά την οικονομική υποστήριξη των τεχνών και του θεάτρου.
Οι χορηγίες δίνονταν για τις τέσσερις σημαντικές κοινωνικές λειτουργίες
στην Αθήνα ήτοι τη Χορηγία: Α.) για τη Γυμνασιαρχία, δηλαδή για την εκπαίδευση των εφήβων για τους γυμνικούς αγώνες στα
Παναθήναια και τις άλλες γιορτές, Β.) την Τριηραρχία, δηλαδή τη συντήρηση μιας τριήρους - ενός πλοίου, Γ.) την Εστίαση, την προσφορά δηλαδή φαγητού σε όλα τα μέλη της φυλής την
ημέρα της μεγάλης γιορτής των Παναθηναίων και των Διονυσίων, και Δ.) την Ιπποτροφία, τη διάθεση δηλαδή και
την εκτροφή ίππων για το στρατό ή για τις μεγάλες γιορτές. Με τους
χορηγούς και τη χορηγία μπόρεσε η Αθηναϊκή Δημοκρατία να γίνει δυνατή η
οικονομική ευημερία της Ελληνικής Πόλης-Κράτους.
ΠΩΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑΝ ΟΙ
ΧΟΡΗΓΟΙ;
Η χορηγία ήταν υποχρεωτική με
νόμο για τους 120 πιο εύπορους πολίτες
από κάθε μία από τις δέκα φυλές της Αθήνας. Με τη νομοθετική υποχρέωση της χορηγίας, οι Αθηναίοι
αναδείκνυαν τη σημασία της συνδρομής αναλογικά με τη δυνατότητα των συμπολιτών
τους, έτσι ώστε όλοι οι πολίτες να μπορούνε να μορφώνονται και να απολαμβάνουν τα αγαθά μιας ευημερούσας
κοινωνίας χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Ως πολίτες όλοι και χάρη στη μόρφωσή τους – όπως στα θέατρα - μπορούσαν
να έχουν ελεύθερη σκέψη και βούληση χωρίς να είναι εξαρτημένοι ούτε από τους
δημαγωγούς, ούτε από τους οικονομικά εύπορους Αθηναίους. Η χορηγία των τεχνών
στόχευε κυρίως στην κοινωνική και πολιτιστική προσφορά με όφελος όλων, αλλά και ο χορηγός προβαλλόταν για την
προσφορά του με την αναγραφή του ονόματός
του σε ειδικές στήλες σε περίοπτα σημεία της πόλης.
ΧΟΡΗΓΟΣ =ΕΥΕΡΓΕΤΗΣ
Ο θεσμός της χορηγίας
θεωρούνταν ως άθλος ευεργεσίας και εθνικής προσφοράς. Μία φωνή που προέρχεται
από την εποχή αυτή και επαινεί δεόντως το θεσμό της χορηγίας είναι αυτή του
Αριστοτέλη ο οποίος στο βιβλίο του Πολιτικά λέει πως : «καμιά πολιτεία δεν μπορεί να θεωρηθεί άριστη χωρίς την ανάλογη χορηγία».
Η αρχαία
Αθήνα ήταν η μοναδική πόλη στην ιστορία όλης της ανθρωπότητας, όπου πέρα από
την άμεση δημοκρατία υπήρχε και ο θεσμός των παραπάνω λειτουργιών. Αυτές όλες
ήταν υποχρεωτικές για τους πιο εύπορους πολίτες οι οποίοι έγιναν πλούσιοι με τη
εργατικότητά τους , τη διορατικότητά τους, αλλά και κάποια τύχη μέσα στην
πολιτεία που ζούνε όλοι ως πολιτισμένο σύνολο, μια και τα πλούτη τους αυτά δεν
θα μπορούσαν να τα κάνουν όλοι στην έρημο της Σαχάρας.
Εξάλλου οι
χορηγίες αυτές ήταν ένα μικρό μέρος του πλούτου που είχαν αποκτήσει μέσα σε
αυτή την πολιτεία της Αθήνας. Με τον τρόπο αυτό οι άποροι μπορούσαν να
απολαμβάνουν τα αγαθά μιας κοινωνίας που ευημερούσε, χωρίς κοινωνικούς
αποκλεισμούς που επιβάλλει η άνιση κατανομή του πλούτου στο κοινωνικό σύνολο. Η
ιστορία μας μνημονεύει αρκετούς επώνυμους χορηγούς, όπως ο Θεμιστοκλής, ο
Περικλής και πολλοί άλλοι, οι οποίο συνέβαλαν στην αίγλη της Αθήνας.
Στους
ποιητικούς αγώνες ο πρώτος νικητής χορηγός έπαιρνε ως έπαθλο ένα χάλκινο
τρίποδα, όπου αναγράφονταν τα ονόματα του επώνυμου άρχοντα, του χορηγού, του
ποιητή και του δράματος.΄Ετσι γνωρίζουμε σήμερα μερικά από τα αποτελέσματα
αυτών των αγώνων. Να πούμε επίσης πως οι ποιητές έπαιρναν ως βραβείο ένα βόδι,
έναν αμφορέα κρασιού και έναν τράγο. Αλήθεια, πώς αλλάζουν οι καιροί!
Ο θεσμός της χορηγίας ξαπλώθηκε προοδευτικά από την Αθήνα στην Αίγινα, τη Θήβα, τον Ορχομενό και άλλες ελληνικές πόλεις, καθώς και στα παράλια της Μικρά Ασίας.
Ο θεσμός της χορηγίας ξαπλώθηκε προοδευτικά από την Αθήνα στην Αίγινα, τη Θήβα, τον Ορχομενό και άλλες ελληνικές πόλεις, καθώς και στα παράλια της Μικρά Ασίας.
(ΚΑΙ ΜΙΑ ΕΥΣΗΜΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ)
Η χορηγία
πέρασε ως πολιτισμικό αγαθό και στα Ρωμαϊκά χρόνια. Οι Ρωμαίοι την παραπάνω
Εστίαση, όπου όλοι έτρωγαν, έπιναν και χόρευαν - χάρη σε κάποια χορηγία - την
ονόμασαν με το δικό τους τρόπο και προφορά Φεστιβάλ, γιατί η ελληνική λέξη
εστίαση φαίνεται πως λεγόταν με ένα δασύ τρόπο ως Φεστίαση και έτσι έφτασε
μέχρι σήμερα η Εστίαση και το Εστιατόριο κ.ά., να γράφονται με δασεία.
Μια δασεία
να έχει μια τόση πολιτισμική ιστορία! Σκεφτείτε μόνο πόσα μεγάλα διεθνή
θεατρικά, αθλητικά, κινηματογραφικά, λαογραφικά, μουσικά και τόσα άλλα Φεστιβάλ
έχουμε που όλα προήλθαν από τη δόκιμη λέξη μας Εστίαση που έγινε Φεστιβάλ, μία
πολυσήμαντη λέξη μας σήμερα!
Η ΧΟΡΗΓΙΑ ΣΗΜΕΡΑ
Ο σύγχρονος
θεσμός της χορηγίας εξελίχθηκε στην ηπειρωτική Ευρώπη ως sponsoring από το ελληνικό ρήμα
σπένδω από όπου έχουμε τη σπονδή = μία τελετουργική πράξη όπου έχυναν
κρασί στη γη από κάποιο αγγείο προς τιμή των θεών. Από εδώ σήμερα εμείς κάναμε
το …σπόνσορα, δηλαδή το χορηγό μιας δωρεάς για χάρη του κοινωνικού συνόλου,
αλλά έχουμε τις ελληνικές λέξεις μας χορηγός και χορηγία!
Στην Ελλάδα
σήμερα τους χορηγούς τους ονομάσαμε ευεργέτες - που υπάρχουν πολλοί – οι οποίοι
όντως έχουν ευεργετήσει τη χώρα μας πολύ και οι ευεργεσίες τους εκτιμιούνται
δεόντως σε πάρα πολλούς τομείς. Αυτό είναι ένα άλλο θέμα να αναπτυχθεί σε ένα
άλλο Σκεπτόγραμμα. Αλλά να τονίσουμε όμως και πάλι πως οι πρωτότυπες και
πολιτισμένες, αλλά και αξιόλογες ιδέες του Κλεισθένη είναι – ελαφρώς αλλαγμένες
– αλλά ζωντανές μέχρι σήμερα!
No comments:
Post a Comment